Ταιριάζουν στα θέλω της Κυρίας οι Λέβι και Δέλλας - Η ΕΠΙΣΗΜΗ θέση της Ανόρθωσης
Δηλώσεις στον ΣΠΟΡ FM παραχώρησε η εκπρόσωπος Τύπου της Ανόρθωσης, Στέλλα Μάρκου και τοποθετήθηκε για το θέμα προπονητή και όχι μόνο.
Ακολουθήστε μας στο Google news
Το να αφήσεις την οικογένεια σου για πρώτη φορά στη ζωή σου για να πας να μείνεις κάπου αλλού μόνος σου είναι από μόνο του δύσκολο. Το να το κάνεις στα 14 και να μετακομίσεις 700 χιλιόμετρα πιο βόρεια τοποθετείται σε ένα εντελώς διαφορετικό επίπεδο δυσκολίας.
Λίγους μήνες πριν ο νεαρός αμυντικός, που έπαιζε σέντερ μπακ αλλά και δεξί μπακ, είχε ξεχωρίσει στο πρωτάθλημα νέων της περιοχής και είχε προσελκύσει το ενδιαφέρον αρκετών ομάδων. Κερδισμένη αποδείχτηκε η Τζένοα. Με την ευχή των δικών του, ο μικρός μετακόμισε στη βόρεια Ιταλία για να ενταχθεί στις ακαδημίες της. Αν και αρκετά παιδιά ζορίζονται μετά από μια τέτοια μεγάλη αλλαγή στη ζωή τους, ο Φάμπιο το αντιμετώπισε χαλαρά.
Έχοντας μεγαλώσει σε μια από τις πιο κακόφημες συνοικίες στη Νάπολη και παίζοντας μπάλα στους δρόμους ανάμεσα σε μαφιόζους, που έλυναν τις διαφορές τους δημόσια, και σε μηχανάκια, που κινούνταν με τρελές ταχύτητες αδιαφορώντας για τους πεζούς, η προσαρμογή στο οργανωμένο ποδοσφαιρικό σχολείο της Τζένοα ήταν εύκολη υπόθεση. “Μεγάλωσα ακριβώς την περίοδο που η Καμόρα έκανε ό,τι ήθελε στη γειτονιά μου. Έχω δει να σκοτώνουν άνθρωπο λίγα μέτρα μακριά από μένα στο δρόμο και όλοι να συνεχίζουν τις ζωές τους σαν να μην έχει συμβεί τίποτα” Μια από τις μικρές ουλές στο πρόσωπο του άλλωστε, του θυμίζει ανά πάσα στιγμή από πού είχε ξεκινήσει. Ένα σημάδι που είχε αποκτήσει όταν ένα μηχανάκι έπεσε πάνω του την ώρα που έπαιζε μπάλα με τους φίλους του.
Όσο σκληραγωγημένος κι αν είσαι, υπάρχουν καταστάσεις που είναι πάνω από τις δυνάμεις σου. Λίγους μήνες μετά τη μετακόμιση, ο Φάμπιο άρχισε να νιώθει κουρασμένος. Αρχικά δεν έδωσε ιδιαίτερη σημασία. Μέχρι που ένα πρωί σηκώθηκε και την ώρα που πήγε να φορέσει τη μπλούζα του κατάλαβε ότι δυσκολεύεται να ελέγξει τα χέρια του. Μέσα σε ελάχιστο χρόνο η αδυναμία κυρίευσε όλο του το σώμα. Πολύ σύντομα όλα είχαν παραλύσει. Άμεσα τον κυρίευσε ο τρόμος. Όταν έφτασαν οι υπεύθυνοι της ακαδημίας και τον είδαν, τον μετέφεραν εσπευσμένα στο νοσοκομείο. Εκεί η κατάσταση του επιδεινώθηκε, καθώς επηρεάστηκε και η αναπνοή του. Ο πατέρας του, που ταξίδεψε άρον-άρον από τη Νάπολη, τον βρήκε ακίνητο και διασωληνωμένο, ανήμπορο να επικοινωνήσει καθώς είχε πέσει σε κώμα. Όλα αυτά έγιναν μέσα σε ελάχιστες ώρες.
Ο Φάμπιο έμεινε στο νοσοκομείο περίπου τέσσερις μήνες, με τον πατέρα του μόνιμα στη διπλανή καρέκλα. Τις πρώτες είκοσι μέρες δεν τις θυμάται καθόλου, καθώς τόσο κράτησε το κώμα. Μετά από αμέτρητες εξετάσεις και επισκέψεις γιατρών έγινε γνωστό πως πάσχει από το Σύνδρομο Γκιλέν-Μπαρέ, μια σπάνια νευρολογική ασθένεια που καταστρέφει το περιφερικό νευρικό σύστημα και προκαλεί μυϊκή αδυναμία και παράλυση. Αν και οι περισσότεροι ασθενείς αναρρώνουν μερικώς ή πλήρως μετά από μερικούς μήνες, ένα 20% αντιμετωπίζει κινητικά θέματα για όλη του τη ζωή. Κάποιες φορές μπορεί να επιφέρει μέχρι και θάνατο (η θνησιμότητα είναι περίπου 7%). “Εκείνη τη στιγμή δεν σκεφτόμουν το γεγονός ότι μπορεί να μην ξαναπαίξω ποτέ ποδόσφαιρο. Όλες μου οι προσπάθειες, οι ελπίδες μου, είχαν στραφεί σε κάτι πιο πολύτιμο. Στο να ζήσω” δηλώνει ο ίδιος.
Ο πιτσιρικάς τελικά τα κατάφερε. Ανάρρωσε, έκανε φυσιοθεραπείες για μήνες, ζορίστηκε αλλά στάθηκε ξανά στα πόδια του. Όταν αρκετό καιρό αργότερα ξεκίνησε να τρέχει κανονικά, επέστρεψε και στην ακαδημία. Οι άνθρωποι της Τζένοα ήθελαν να του δώσουν μια νέα ευκαιρία κι αυτός δεν ήθελε να την αφήσει ανεκμετάλλευτη. Αν και θεωρεί πως δεν είχε ποτέ κάποιο τρομερό ταλέντο, η δουλειά, η συνέπεια και το πάθος του αρκούσαν. Έφτασε ως την πρώτη ομάδα της Τζένοα, έκανε το ντεμπούτο του στα 19 του μέσα στο Λουίτζι Φεράρις και μετά δόθηκε δανεικός σε διάφορες μικρότερες ομάδες.
Για σχεδόν μια δεκαετία αγωνίστηκε με επιτυχία κυρίως σε ομάδες της Σέριε Β. Χωρίς να ξεχωρίσει ποτέ, θεωρούταν μια σοβαρή και αξιόπιστη λύση για τα μετόπισθεν. Ο ορισμός δηλαδή του φιλότιμου παίκτη που μπορεί να μην κάνει τη διαφορά αλλά ξέρεις ότι σε κάθε ματς θα τα δώσει όλα και θα αποδώσει αυτό ακριβώς που μπορεί. Τα αμέτρητα σημάδια στο σώμα του το επιβεβαιώνουν, καθώς όπως έχει πει και ο ίδιος αυτός ήταν ο μόνος τρόπος που ήξερε να παίζει. Στο 100% και χωρίς δεύτερες σκέψεις για το αν πρέπει να πέσει για κάποιο τάκλιν ή αν θα χτυπήσει σοβαρά βάζοντας το κεφάλι του για να κόψει ένα σουτ.
Η εργατικότητα και η σταθερότητα του εξασφάλιζαν κάθε χρονιά ένα σίγουρο συμβόλαιο. Όπως αποδείχτηκε δεν ήταν τα μόνα προσόντα του. Τον Απρίλιο του 2011, κι εγώ έπαιζε στη Λουμετζάνε στην 3η κατηγορία, δέχτηκε ένα περίεργο τηλεφώνημα. Στην άλλη άκρη της γραμμής βρισκόταν ο αθλητικός διευθυντής της Ραβένα, Τζιόρτζιο Μπουφόνε. Ο Μπουφόνε είχε μια πρόταση γι’αυτόν. Η Ραβένα χρειαζόταν οπωσδήποτε τη νίκη απέναντι στη Λουμετζάνε και ήταν διατεθειμένη να πληρώσει 50.000 ευρώ για τη βοήθεια του αντίπαλου αμυντικού. Το ποσό ήταν πολύ μεγάλο για τα δεδομένα του, αφού πλησίαζε τον ετήσιο μισθό του. Εκτός αυτού, ο Πιζακάνε γνώριζε προσωπικά τον Μπουφόνε, γιατί είχε παίξει μια σεζόν στη Ραβένα παλιότερα. Τη συνέχεια μας την περιγράφει ο ίδιος: «Του είπα πως δεν κάνω τέτοια πράγματα. Αυτός επέμενε. Μου είπε διάφορα για να με κάνει να αλλάξω γνώμη. Έκλεισα απότομα το τηλέφωνο και ενημέρωσα αμέσως την ομάδα μου. Την επόμενη μέρα η διοίκηση μετέφερε τα πάντα στον αθλητικό δικαστή.”
Ο Πιζακάνε επέλεξε τον πιο δύσκολο δρόμο από όλους. Όχι μόνο απέρριψε την άκρως δελεαστική προσφορά που του έκαναν αλλά δεν φοβήθηκε και να βγει δημόσια να καταγγείλει το περιστατικό. Σε μια χώρα όπως η Ιταλία, χωρίς να έχει κάποια φήμη για να τον προστατεύσει και σε ένα επίπεδο όπως αυτό της 3ης κατηγορίας, αυτό απαιτεί πολλά κιλά θάρρους και όχι μόνο. Σε μια συνέντευξη του πριν λίγα χρόνια δήλωσε: “Ακόμα και σήμερα, τόσα χρόνια μετά, καταλαβαίνω ότι αυτή η αναφορά που έκανα δεν με βοήθησε να ζήσω πολύ καλά. Δεν θέλω να πω περισσότερα αλλά καταλαβαίνετε ότι αυτή η στάση δεν χαροποίησε κάποιους ανθρώπους. Στο τέλος όμως αυτό που έχει σημασία είναι η συνείδησή μου κι αυτή μου λέει πως έκανα το σωστό”.
Ο Μπουφόνε τιμωρήθηκε από την ομοσπονδία ενώ σύντομα αποκαλύφθηκε πως ήταν μέρος ενός μεγαλύτερου σκανδάλου με στημένα παιχνίδια στις χαμηλές κατηγορίες. Το κύκλωμα εξαρθρώθηκε. Ο Πικαζάνε έγινε για λίγο ένας μικρός ήρωας, ένα παράδειγμα ακεραιότητας και αξιοπρέπειας. Το όνομα του κυκλοφόρησε σε όλη την Ιταλία. Ο ίδιος πάντως σε κάθε ευκαιρία αρνιόταν πως έκανε κάτι ηρωικό.
Το 2015 η Κάλιαρι, που μόλις είχε υποβιβαστεί στη Σέριε Β, τον αγόρασε από την Αβελίνο. Πολύ γρήγορα έγινε βασικός, έγραψε 30 συμμετοχές και τη βοήθησε να επιστρέψει με τη μια στη Σέριε Α. Στα 30 του και μετά από όλα όσα είχε περάσει θα αγωνιζόταν για πρώτη φορά στη μεγάλη κατηγορία. Τον Σεπτέμβριο του 2016 η μεγάλη στιγμή έφτασε. Σε έναν αγώνα απέναντι στην Αταλάντα, έκανε την πρώτη του συμμετοχή στη Σέριε Α. Η Κάλιαρι κέρδισε την ομάδα του Γκασπερίνι με 3-0 και στο τέλος ο Πικαζάνε επιλέχθηκε, για ευνόητους λόγους, για να κάνει δηλώσεις στο κανάλι που μετέδιδε το ματς. Η συνέντευξη ξεκίνησε με τον παίκτη να λέει πως “για τέσσερις μήνες σκέφτομαι μέρα και νύχτα αυτή τη στιγμή και τα προβλήματα που πέρασα για να φτάσω εδώ. Δεν τα παράτησα ούτε για ένα δευτερόλεπτο”. Μετά τα μάτια του βούρκωσαν και η συνέντευξη διακόπηκε για λίγο. Τα είχε καταφέρει, έστω και πιο αργά απ’ό,τι οι υπόλοιποι παίκτες.
Στο φινάλε εκείνης της σεζόν πέτυχε και το πρώτο του γκολ στο Καμπιονάτο. Αντίπαλος ήταν η Μίλαν και η περίσταση ήταν ιδιαίτερη. Ήταν το τελευταίο ματς της Κάλιαρι στο Στάντιο Σαντ’Ελία. Αυτός ήταν ο τελευταίος που έστειλε τη μπάλα στα δίχτυα του. Όταν κρέμασε τα παπούτσια το 2022 ήταν 36 χρονών, είχε περάσει μια εξαετία στη Σαρδηνία, είχε αγαπηθεί από τον κόσμο και παρά την καθυστερημένη άφιξη του εκεί, είχε προλάβει να γράψει τριψήφιο αριθμό συμμετοχών με τους νησιώτες σε ένα από τα πιο ανταγωνιστικά πρωταθλήματα του κόσμου.
Αμέσως μετά το φινάλε της καριέρας του έκανε τη μετάβαση στους πάγκους, αναλαμβάνοντας το ρόλο του προπονητή στην ομάδα U19 της Κάλιαρι. Ενάμιση χρόνο αργότερα την οδήγησε στην κατάκτηση του κυπέλλου Ιταλίας νέων, νικώντας στον τελικό τη Μίλαν. Η διοίκηση πείστηκε για τις ικανότητες του και στις αρχές Ιουνίου του 2025, μετά την αποχώρηση του Νταβίντε Νικόλα από τον πάγκο, προβιβάστηκε στη θέση του πρώτου προπονητή.
Στα 39 του κάνει ένα νέο ξεκίνημα σε ένα άκρως απαιτητικό περιβάλλον. Το πρώτο του ματς στον πάγκο θα είναι απέναντι στη Φιορεντίνα και το δεύτερο μια επίσκεψη στη γενέτειρα του για να αντιμετωπίσει την πρωταθλήτρια Νάπολι. Το έργο του, να κρατήσει την Κάλιαρι στην πρώτη κατηγορία για άλλη μια χρονιά, δεν είναι καθόλου εύκολο αλλά, όπως πιθανόν έχετε καταλάβει, ο Φάμπιο Πικαζάνε ξέρει από δύσκολες καταστάσεις.
https://blog.stoiximan.gr/