Σωφρόνης καλεί.... ΦΑΜΠΙΑΝΟ!
Ο ομοσπονδιακός τεχνικός θέλει τον Φαμπι στην Εθνική
Ακολουθήστε μας στο Google news
Ο Μίτσελ Γουίγκινς - πατέρας του Άντριου Γουίγκινς - πέθανε σε ηλικία 64 ετών βυθίζοντας στο πένθος το ελληνικό και το αμερικανικό μπάσκετ.
Ο Αμερικανός γκαρντ υπήρξε μία από τις πιο εμβληματικές μορφές της Α1 την δεκαετία του 90’, όταν το ελληνικό μπάσκετ έκανε τα πρώτα επαγγελματικά του βήματα, δίνοντας το δικαίωμα στις ομάδες να έχουν δύο ξένους στην σύνθεσή τους. Ένας παίκτης με μαγική επαφή με το καλάθι, ο οποίος υπό φυσιολογικές συνθήκες θα ερχόταν στην Ελλάδα μόνο για διακοπές.
Οι δαίμονές του όμως τον εξοστράκισαν από το NBA, με τον θρυλικό Μιτς να έρχεται τελικά στην Ελλάδα και να βρίσκει τον δικό του παράδεισο, χτίζοντας μία νέα καριέρα. Και αυτή είναι η ιστορία του.
Ο Μίτσελ Γουίγκινς γεννήθηκε στις 28 Σεπτεμβρίου 1959. Είχε ύψος 1.93 μέτρα. Και ήταν ένας γεννημένος σκόρερ. Χρειάστηκε μερικά χρόνια για να το δείξει αυτό σε επίπεδο NCAA, αφού την σεζόν 1979/80 δεν είχε ρόλο στο κολέγιο του Κλέμσον, έχοντας μόλις 5.5 πόντους μέσο όρο σε 17 λεπτά συμμετοχής.
Η μεταγραφή του ωστόσο στο Φλόριντα Στέιτ τα άλλαξε όλα. Ο Γουίγκινς έμεινε δύο χρόνια εκεί και την σεζόν 1982/83 είχε 22.7 πόντους, 8.2 ριμπάουντ, 1.6 ασίστ και 2.1 κλεψίματα μέσο όρο σε 36 λεπτά συμμετοχής. Στο μεσοδιάστημα, εκπροσώπησε τις ΗΠΑ στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1982, όντας ο δεύτερος σκόρερ της Team USA με 15.7 πόντους μέσο όρο, κατακτώντας το ασημένιο μετάλλιο, πίσω από την Σοβιετική Ένωση.
Ο Γουίγκινς επιλέχθηκε στο Νο23 του NBA Draft 1983 από τους Πέισερς, ωστόσο παραχωρήθηκε αμέσως στους Μπουλς, έχοντας 12.4 πόντους μέσο όρο σε 26 λεπτά συμμετοχής στην ρούκι χρονιά του. Η έλευση όμως του Μάικλ Τζόρνταν το καλοκαίρι - τον οποίο επέλεξε το Σικάγο στο Νο3 του NBA Draft 1984 - τον έστειλε στους Ρόκετς με ανταλλαγή. Η ζωή του ετοιμαζόταν να αλλάξει.
Στο Χιούστον, ο Γουίγκινς εξελίχθηκε σε ένα πολύτιμο μέλος του ροτέισον, ερχόμενος από τον πάγκο. Σε μία ομάδα που είχε την τύχη να πάρει στα χέρια της το Νο1 του NBA Draft δύο σερί χρονιές, επιλέγοντας διαδοχικά τον ύψους 2.24 μέτρων Ραλφ Σάμπσον το 1983 και τον ύψους 2.13 μέτρων Χακίμ Ολάζουον το 1984, συνθέτοντας τους περίφημους “Twin Towers”, ο Γουίγκινς μαζί με τον Λιούις Λόιντ, τον Ρόμπερτ Ριντ και τον Τζον Λούκας πρόσφεραν λύσεις από την περιφέρεια.
Την σεζόν 1985/86, μάλιστα, οι Ρόκετς τίναξαν την μπάνκα στον αέρα: Απέκλεισαν τους Λέικερς των Μάτζικ Τζόνσον και Καρίμ Αμπντούλ-Τζαμπάρ και έφτασαν στους NBA Finals, όπου ηττήθηκαν με 4-2 από τους Σέλτικς του Λάρι Μπερντ. Πολλοί έκαναν λόγο τότε για μία ανερχόμενη δύναμη. Όλα αυτά διαλύθηκαν όμως λίγο αργότερα. Και ο Μίτσελ Γουίγκινς είχε μερίδιο ευθύνης σε αυτό.
Μέσα σε 10 μήνες - από τον Μάρτιο του 1986 έως τον Ιανουάριο του 1987 - οι Ρόκετς είδαν τους τρεις από τους τέσσερις γκαρντ του ροτέισον να αποβάλλονται από το NBA για χρήση ναρκωτικών! Ο Τζον Λούκας ήταν ο πρώτος που τιμωρήθηκε - αλλά με μικρή ποινή, επειδή έδωσε εθελοντικά δειγμα, τον Μάρτιο του 1986. Ο Γουίγκινς και ο Λόιντ όμως αρνήθηκαν να παραδεχθούν ότι έκαναν χρήση, με αποτέλεσμα τον Ιανουάριο του 1987 να βρεθούν θετικοί σε χρήση κοκαΐνης και να τιμωρηθούν με 2 χρόνια αποκλεισμό (πρακτικά η τιμωρία ήταν για 2.5 σεζόν, αφού έχασαν το υπόλοιπο της περιόδου 1986/87).
Ο Γουίγκινς επέστρεψε στους Ρόκετς την σεζόν 1989/90, έχοντας μάλιστα την καλύτερη χρονιά της καριέρας του με 15.5 πόντους και 4.3 ριμπάουντ μέσο όρο σε 28 λεπτά συμμετοχής. Το καλοκαίρι του 1990 όμως η μόνη ομάδα που εκδήλωσε ενδιαφέρον για αυτόν ήταν οι Σίξερς, υπό τον όρο να περάσει από drug test. Ο ίδιος αρνήθηκε και έμεινε εκτός δράσης όλη την σεζόν 1990/91. Τελικά αγωνίστηκε στην Φιλαντέλφεια την σεζόν 1991/92, έχοντας μόλις 4.3 πόντους μέσο όρο σε 11 λεπτά συμμετοχής. Το NBA είχε τελειώσει για αυτόν.
Ο Γουίγκινς βρέθηκε στο περιθώριο και το CBA (πρόγονος της G-League) για έναν χρόνο. Το 1993 όμως ήρθε στα χέρια του μία πρόταση από τον νεοφώτιστο Μίλωνα. Την δέχθηκε. Αυτό που δεν ήξερε τότε, ήταν πως θα έβρισκε τον δικό του παράδεισο.
Στην ομάδα της Νέας Σμύρνης ο 34χρονος Γουίγκινς τα διέλυσε όλα, έχοντας 31.4 πόντους μέσο όρο σε 37 λεπτά συμμετοχής (σε κανένα ματς δεν είχε λιγότερους από 20 πόντους), αναδεικνυόμενος πρώτος σκόρερ της Α1 την σεζόν 1993/94, όταν τότε το ελληνικό πρωτάθλημα θεωρείτο το καλύτερο στην Ευρώπη. Επόμενος σταθμός της καριέρας του ήταν ο Σπόρτινγκ, που έμελλε να σημαδέψει την καριέρα του, αφού εξελίχθηκε στον… Τζόρνταν των Πατησίων.
Ο Γουίγκινς έγινε αμέσως ο ηγέτης της ομάδας, βγάζοντας την δύο φορές στην Ευρώπη (Κύπελλο Κόρατς). Είχε 28.7 πόντους μέσο όρο σε 36 λεπτά συμμετοχής την σεζόν 1994/95 (δεύτερος σκόρερ της Α1 πίσω από τον διαστημικό Γουόλτερ Μπέρι του Ηρακλή) και 29.4 πόντους μέσο όρο σε 38 λεπτά συμμετοχής την σεζόν 1995/96 (πρώτος σκόρερ στην Α1). Εκείνη την σεζόν έμελλε να οδηγήσει τον Σπόρτινγκ στην μεγαλύτερη νίκη της ιστορίας του.
Ήταν 31 Δεκεμβρίου 1995, όταν οι Πατησιώτες υποδέχθηκαν τον - μετέπειτα πρωταθλητή Ευρώπης - Παναθηναϊκό (που δεν είχε πάντως τον Ντομινίκ Γουίλκινς) για την 12η αγωνιστική. Το παιχνίδι φαινόταν εύκολο για το “τριφύλλι”, που ξέφυγε με 12-31 και 17-35 στο πρώτο μέρος. Με τον Γουίγκινς ωστόσο να σταματάει στους 33 πόντους με 7/16 σουτ και 19/19 βολές, η ομάδα των Πατησίων πήρε πήρε την νίκη με 87-84, φέρνοντας τα πάνω-κάτω!
Έχοντας όλα αυτά στο ενεργητικό του, ο Γουίγκινς συμφώνησε με τον Πανιώνιο το καλοκαίρι του 1996 και έπαιξε στην Ευρωλίγκα την σεζόν 1996/97. Ένας τραυματισμός όμως δεν τον βοήθησε να παίξει όπως ήθελε και μπορούσε, σε μία καταστροφική σεζόν για τους κυανέρυθρους. Στα 38 του πλέον, επέστρεψε την σεζόν 1997/98 στον αγαπημένο του Σπόρτινγκ, έχοντας 20.8 πόντους μέσο όρο σε 35 λεπτά συμμετοχής. Θα έπαιζε μπάσκετ για ακόμα μία σεζόν, στην Λιμόζ την περίοδο 1998/99, πριν αποσυρθεί.
Κατά την διάρκεια της θητείας του στην Ελλάδα, ο αγαπημένος Μίτσελ Γουίγκινς σημείωσε συνολικά 3.172 πόντους, έχοντας 25.8 πόντους, 6 ριμπάουντ, 1.3 ασίστ και 1.95 κλεψίματα μέσο όρο σε 35 λεπτά συμμετοχής (123 αγώνες).
Στην αναζήτηση των παικτών που σημάδεψαν με τον τρόπο τους το ελληνικό μπάσκετ την δεκαετία της απόλυτης ακμής του, αυτής του 1990, ο Μίτσελ Γουίγκινς είχε περίοπτη θέση.
Ήταν ένας παίκτης διαφορετικός από τους άλλους. Αλέγρος, έδινε την εντύπωση του ράθυμου στο παρκέ, ενίοτε ήταν κάπως πιο… χαλαρός λίγο στην άμυνα (τα 2.9 κλεψίματα μέσο όρο που είχε την σεζόν 1994/95 αποτελούν τον ορισμό της φράσης “οι αριθμοί δεν λένε πάντα την αλήθεια”), ή έμενε… λίγο πιο μπροστά στο παρκέ και σκόραρε στον αιφνιδιασμό επειδή απλώς δεν γυρνούσε στην άμυνα. Ήταν όμως ένας παίκτης που πάντα έβρισκε τον τρόπο να κάνει την δουλειά του. Και την έκανε εξαιρετικά.
Ο Γουίγκινς έφερε με τον τρόπο του την δική του λάμψη στο ελληνικό πρωτάθλημα. Υπήρξε μέντορας για νεαρούς παίκτες. Ήταν μία εποχή που οι “μικρές” ομάδες μπορούσαν να κάνουν ζημιές στις μεγάλες ομάδες, ακριβώς επειδή μπορούσαν να φέρουν παίκτες σαν αυτόν. Πάνω από όλα όμως, ο Γουίγκινς ήταν ένας παίκτης και άνθρωπος που τον συμπαθούσαν όλοι, επειδή ήταν αληθινός. Για αυτό ο θάνατός του άγγιξε τόσο κόσμο.
sport24.gr