O Mαραντόνα, ο Κόρτο Μαλτέζε και το τελευταίο Τανγκό

O Mαραντόνα, ο Κόρτο Μαλτέζε και το τελευταίο Τανγκό

«Διαμάχες, διαφθορά, έρωτας, παιχνίδι και θάνατος… Το τανγκό είναι μια σκέψη μελαγχολική που χορεύεται. Λαϊκής έμπνευσης, η λικνιστική μελαγχολία του αργεντίνικου περιθωρίου που γεννήθηκε στο πεζοδρόμιο. Πολύ σύντομα, ξεχύθηκε από τα κατώτερα στρώματα για να κυριεύσει την καλή κοινωνία.

"Ο Μαραντόνα στα δικά μου μάτια έμοιαζε πολύ με τον Κόρτο Μαλτέζε. Και οι δυο αναζητούσαν απεγνωσμένα το επόμενο λιμάνι που είτε θα τους ενέπλεκε σε μια νέα περιπέτεια που τόσο αποζητούσαν, είτε να τους έδινε μια νέα αφορμή για να ερωτευτούν, είτε τους εξασφάλιζε τις απαραίτητες στιγμές χαλάρωσης μέχρι το επόμενο ξέσπασμα. Σίγουρα πάντως δεν ήταν από αυτούς που κάθονταν ήσυχα στην γωνιά τους κοιτώντας την ζωή να περνάει από μπροστά τους. Ήταν ιδεαλιστές με έναν δικό τους ιδιαίτερο τρόπο που δεν υπακούει σε πολιτικές νόρμες και κρύβει μέσα του αντιφάσεις. Αντιφάσεις όπως αυτές που κουβαλάμε όλοι-ες μέσα μας. Την ιστορία αν είσαι τυχερός την ζεις, αν είσαι ευλογημένος την μοιράζεσαι κι αν είσαι κοινός θνητός απλώς την αναπαράγεις." Τάδε έφη Andy Capp, σε μία ακόμη αναδημοσίευση από το διπλά εξαντλημένο 49ο τεύχος(και ανατύπωση αντί μονογραφίας) για το Ντιέγκο Μαραντόνα.
 
 Κι αυτή η τροπική ταραντούλα κατέληξε να χορεύεται απ’ όλους τους ωκεανούς». Έτσι τελειώνει το «Τανγκό» το άλμπουμ του Ούγκο Πρατ που θέλει τον αιώνια ονειροπόλο και αθεράπευτα ρομαντικό ναύτη με το χρυσό σκουλαρίκι στο αριστερό αυτί να επισκέπτεται μετά από δεκαπέντε χρόνια το Μπουένος Άϊρες για να ξεπληρώσει ένα χρέος σε μια παλιά του φίλη.
Και ποια είναι η διαλεκτική που μπορεί να αναπτυχθεί ανάμεσα στον Κόρτο Μαλτέζε και τον Μαραντόνα θα αναρωτηθεί κάποιος που θα διαβάσει τον τίτλο του άρθρου. Κι όμως μερικές φορές οι χάρτινοι ήρωες έχουν πολλά κοινά με τους ήρωες της λαϊκής μυθολογίας. Ο Ντιέγκο Μαραντόνα γεννήθηκε στο Λανούς, μια μεσαίου μεγέθους πόλη στην ομώνυμη επαρχία του Μπουένος Άιρες, αλλά μεγάλωσε στη Βίλα Φιορίτο μια παραγκούπολη στα νότια προάστια του Μπουένος Άιρες, σε μια φτωχή οικογένεια όπου είχε μετακινηθεί από την επαρχία Κοριέντες. Η μακρινή καταγωγή της οικογένειας ήταν από την ισπανική Γαλικία και είχε δεχτεί προσμίξεις ιταλικές και κροατικές. Η συνοικία της Βίλα Φιορίτο δεν είχε ποτέ και την καλύτερη φήμη, θεωρείται ακόμη και σήμερα μια από τις πιο επικίνδυνες παραγκουπόλεις της Αργεντινής.
 
No photo description available.
 
Από τις αρχές του 2010 πολλά μέλη των La Doche (La 12), των οργανωμένων οπαδών της Μπόκα δηλαδή, έχουν επιλέξει την συγκεκριμένη συνοικία ως μόνιμο τόπο διαμονής. Σε αυτό το περιβάλλον καθημερινής παραβατικότητας αρχίζει να μεγαλώνει κι ο Ντιεγκίτο. Στην ηλικία των 8 ετών εντοπίζεται από έναν ανιχνευτή ταλέντων ενώ έπαιζε στην γειτονιά του, στο σύλλογο Εστρέλια Ρόχα, στα 10 του έγινε βασικό κομμάτι της εφηβικής ομάδας των Αρχεντίνος Τζούνιορς του Μπουένος Άιρες, συλλόγου που ενδιαφερόταν για την προώθηση νέων ταλέντων. Μέχρι τα 14 του έπαιζε στις ακαδημίες με την ομάδα να λέγεται Cebollitas, που σε κυριολεκτική μετάφραση σημαίνει «κρεμμυδάκια». Στα 15 του αγωνίστηκε για πρώτη φορά στους Αρχεντίνος Τζούνιορς ως επαγγελματίας ποδοσφαιριστής. Έκτοτε αρχίζει να διασχίζει τις δικές του θάλασσες, άλλοτε με νηνεμία κι άλλοτε ανάμεσα σε φουρτούνες. Μπόκα Τζούνιορς, Μπαρτσελόνα και μετέπειτα στο λιμάνι της καρδιάς του, την Νάπολη.
Εκεί που αγαπήθηκε περισσότερο και από την ίδια την παναγία. Μια τοπική εφημερίδα είχε γράψει χαρακτηριστικά: «Η πόλη δεν είχε δήμαρχο, σπίτια, σχολεία, δουλειά, λεωφορεία, και αποχέτευση, αλλά τίποτα από αυτά δεν έχει σημασία επειδή έχουμε το Μαραντόνα». Κι όμως ο Μαραντόνα είχε αρχίσει να δείχνει τρωτός και ευάλωτος. Ήδη από το 1983 και ενώ βρισκόταν στην Βαρκελώνη είχε διαγνωσθεί με ηπατίτιδα.
Στην Νάπολη τελειοποίησε την προδιάθεση που είχε στους εθισμούς. «Στανγκάτα», «Μπέλα ντι Νότε» και «Σαλέ Παρκ» ήταν τα κλαμπ που τον φιλοξενούσαν τα βράδια που το κορμί και η ψυχή του τραμπαλίζονταν μεταξύ αδυναμίας και παροξυσμού. H φαμίλια Τζουλιάνο ήταν πάντα εκεί για εκείνον δίνοντας τροφή στις ψευδαισθήσεις του. Η κόκα θα τον έκανε παντοδύναμο και εκτός γηπέδου. Αλλά όπως συμβαίνει πάντα με την «λευκή κυρία», εκεί που σε παίρνει από το χέρι για μια βόλτα στα ουράνια σου ρίχνει μια κατραπακιά και σε στέλνει στα υπόγεια της εξαθλιωμένης σου ύπαρξης.
Η οικογένεια Τζουλιάνο τον περιέφερε ως έπαθλο στις κοινωνικές της εκδηλώσεις. Ως αντάλλαγμα για κάθε εμφάνιση του ο Ντιέγκο λάμβανε ένα χρυσό rolex που επιδείκνυε με υπερηφάνεια. Τον Ιανουάριο του 1986 η αστυνομία ανακαλύπτει φωτογραφίες του σε σπίτι της Καμόρα. Και κάπως έτσι ξεκινά η αντίστροφη μέτρηση. Τον Απρίλιο του 1991 μετά από έναν αγώνα κόντρα στην Μπάρι θα βρεθεί θετικός σε ναρκωτικές ουσίες στο αίμα του. Θα τιμωρηθεί με 15 μήνες αποκλεισμό και καθώς θα επιστρέψει στην Αργεντινή θα συλληφθεί για κατοχή κοκαΐνης. Σε μια δημόσια δήλωση του λίγο καιρό αργότερα είχε πει: «Ναι, έκανα χρήση κοκαΐνης. Ήθελα να ξεπεράσω το στρες και την πίεση από τη σωματική και ψυχολογική κόπωση. Έκανα πολλά λάθη στη ζωή μου. Πίστεψα ότι η κοκαΐνη θα με ανακούφιζε. Δεν είχα δίκιο, αλλά δεν είχα και τις ηθικές δυνάμεις να αντισταθώ». Αν σε όλα αυτά προσθέσουμε το περίφημο «Χέρι του Θεού» και τον ημιτελικό ανάμεσα στην Αργεντινή και την Ιταλία, με τους Ναπολιτάνους να υποστηρίζουν ανοιχτά Αργεντινή αφενός λόγω Μαραντόνα αφετέρου γιατί πάντα θεωρούσαν πως η Ιταλία είναι η μητέρα που δεν ήθελε να αναγνωρίσει το παραστρατημένο τέκνο της, τότε θα έχουμε μια απειροελάχιστη εικόνα της ζωής του.
Αν κάποιος πρέπει να μιλήσει για τον Μαραντόνα θα πρέπει να γράψει πως είχε ατσούμπαλο σώμα που δεν θύμιζε σε τίποτα πρωτοκλασάτο ποδοσφαιριστή κι ενώ η σωματική του διάπλαση δεν βοηθούσε, το ταλέντο του ξεχείλιζε. Κλειστή ντρίπλα και κάθετη διείσδυση που μπορούσε να τρυπήσει οποιαδήποτε άμυνα. Όπως ντρίπλαρε ήταν σα να χόρευε Τανγκό κάτι ήξερε άλλωστε από περιθώριο. Διέθετε όμως και μια ποδοσφαιρική ευφυΐα η οποία άγγιζε τα επίπεδα του σκαναρίσματος στον τρόπο που αμύνονταν η αντίπαλη ομάδα. Αν σε αυτά προσθέσουμε και τον εκπληκτικό έλεγχο της μπάλας με πόδια και κεφάλι θα καταλάβουμε γιατί εκείνο το ζέσταμα πριν τον αγώνα με την Μπάγερν για τον ημιτελικό του κυπέλου Uefa έμεινε στην ιστορία.
 

 

 

 
Μιλώντας για τον Μαραντόνα όμως αδικείς τον Ντιέγκο. Τον Ντιέγκο που στην Νάπολη κατάφερε κάτι εξαιρετικά σημαντικό κάτι που τις επόμενες δεκαετίες θα χανόταν από την καθημερινότητα του ποδοσφαίρου καθώς εκείνο θα γινόταν ολοένα και πιο αποστειρωμένο. Οι ανθρωπολόγοι στις αρχές της δεκαετίας του ’60 εισήγαγαν στον δημόσιο διάλογο μια νέα έννοια εκείνη της «τοπικοπαγκοσμιοποίησης» (glocalization). Σύμφωνα λοιπόν με αυτή την θεωρία μια τοπική κοινωνία ενώ επηρεάζεται από την παγκόσμια κοινότητα τόσο σε οικονομικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο ταυτόχρονα αναπτύσσει και τα δικά της ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τα οποία ισχυροποιούνται συνθέτοντας μια τοπική ταυτότητα. Τα 2,7 εκατομμύρια ευρώ που δαπάνησε μια από τις φτωχότερες πόλεις της Ιταλίας για να τον φέρει αποτελεί ποσό ρεκόρ για εκείνη την εποχή.
Η μεταγραφή του λοιπόν άνοιξε μια νέα σελίδα στην πολιτική οικονομία του ποδοσφαίρου ενώ παράλληλα λειτούργησε ως «ξέπλυμα» μαύρου χρήματος κάτι που τα επόμενα χρόνια θα γινόταν ο νέος νόμος της βαρύτητας για το ευρωπαϊκό και όχι μόνο ποδόσφαιρο. Αν αυτή είναι η όψη της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας η παρακάτω μικρή ιστορία εξηγεί τις αντιστάσεις αλλά και το δέσιμο της κοινότητας της Νάπολη με τον Ντιέγκο. Ήταν Μάιος του 1987 αργά τη νύχτα οι οπαδοί της ομάδας βρέθηκαν έξω από το νεκροταφείο της πόλης. Επάνω σε μια λευκή μάντρα έγραψαν με μπλε μπογιά: «E non sanno che se só perso» που σε ελεύθερη μετάφραση σημαίνει «Δεν ξέρετε τι χάσατε». Την επόμενη μέρα η ομάδα τους είχε κατακτήσει και μαθηματικά το πρώτο της πρωτάθλημα. Σε στιγμές παροξυσμού και ανείπωτης χαράς για μια ολόκληρη πόλη οι οπαδοί σκέφτηκαν πρώτα εκείνους που δεν πρόλαβαν να το ζήσουν δείχνοντας το δέσιμο αλλά και την επιρροή που είχε αυτός ο τεράστιος παίχτης για την τοπική κοινότητα.
Ο Μαραντόνα στα δικά μου μάτια έμοιαζε πολύ με τον Κόρτο Μαλτέζε. Και οι δυο αναζητούσαν απεγνωσμένα το επόμενο λιμάνι που είτε θα τους ενέπλεκε σε μια νέα περιπέτεια που τόσο αποζητούσαν, είτε να τους έδινε μια νέα αφορμή για να ερωτευτούν, είτε τους εξασφάλιζε τις απαραίτητες στιγμές χαλάρωσης μέχρι το επόμενο ξέσπασμα. Σίγουρα πάντως δεν ήταν από αυτούς που κάθονταν ήσυχα στην γωνιά τους κοιτώντας την ζωή να περνάει από μπροστά τους. Ήταν ιδεαλιστές με έναν δικό τους ιδιαίτερο τρόπο που δεν υπακούει σε πολιτικές νόρμες και κρύβει μέσα του αντιφάσεις. Αντιφάσεις όπως αυτές που κουβαλάμε όλοι-ες μέσα μας. Την ιστορία αν είσαι τυχερός την ζεις, αν είσαι ευλογημένος την μοιράζεσαι κι αν είσαι κοινός θνητός απλώς την αναπαράγεις. Και κλείνοντας αυτό το άρθρο ας συμφωνήσουμε σε μερικά πραγματάκια. Ενώ οι χάρτινοι ήρωες πλάθονται ακριβώς όπως τους θέλει ο δημιουργός τους οι αληθινοί (αντί) ήρωες είναι τρωτοί και με σημεία που δεν μπορείς εύκολα να φωτίσει. Έχει μια ιδιαίτερη γοητεία η αυτοκαταστροφή άλλωστε…
Andy Capp
 
www.humbazine.gr

Ακολουθήστε το Themasports.com στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις αθλητικές ειδήσεις

 

 

 

Ήλθον, είδον, (Πίνι) Γκέρσον

Ήλθον, είδον, (Πίνι) Γκέρσον

Ήρθε στη ζωή μας, υπέπεσε τέλος πάντων στην αντίληψή μας, εκεί, στο γύρισμα του αιώνα. Με τη Μακάμπι, προτού έρθει και ως φυσική παρουσία στην Ελλάδα για τον Ολυμπιακό.