Σωφρόνης καλεί.... ΦΑΜΠΙΑΝΟ!
Ο ομοσπονδιακός τεχνικός θέλει τον Φαμπι στην Εθνική
Ακολουθήστε μας στο Google news
Ο λόγος για τον Γιώργο Γεωργιάδη, ο οποίος εκείνη τη χρονιά είχε σκοράρει απέναντι σε Ολυμπιακό, Παναθηναϊκό, ΠΑΟΚ και ΑΕΚ ενώ συνολικά είχε καταγράψει 29 συμμετοχές, επτά γκολ, τέσσερις ασίστ και μία κλήση στην Εθνική Ελλάδας από τον Φερνάντο Σάντος. Όλα αυτά ήταν αρκετά για να συνδυαστούν με τη μεταγραφή του στον ΠΑΟΚ.
Τα χρόνια πέρασαν και η πορεία του, 35χρονου πλέον εξτρέμ, δεν ήταν ανάλογη των προσδοκιών, όμως οι μεγάλες στιγμές δεν έλειψαν... Το μεγάλο διπλό στην Αγγλία κόντρα στην Τότεναμ με δύο δικές του ασίστ, τα τρομερά γκολ με τον Πανσερραϊκό και οι περιπέτειες σε Κύπρο, Αζερμπαϊτζάν και Τουρκία πριν επιστρέψει στην Ελλάδα περνούν σαν φιλμ σ' αυτή τη διήγηση του Σερραίου εξτρέμ στο Gazzetta...
Πώς ήταν τα παιδικά σου χρόνια και πώς ξεκίνησες το ποδόσφαιρο;
«Ήμουν πέντε χρονών, θυμάμαι, όταν ξεκίνησα πρώτη φορά να είμαι σε ομάδα ποδοσφαίρου. Ο πατέρας μου και ο παππούς μου με ώθησαν στο να αρχίσω το ποδόσφαιρο και ήταν και εκείνοι που με κράτησαν στο άθλημα γιατί είχα γραφτεί και σε άλλα 2-3 μέχρι τότε, αλλά το ποδόσφαιρο με κέρδισε».
Σε αυτά τα γήπεδα που είμαστε τώρα έκανες τα πρώτα σου ποδοσφαιρικά βήματα;
«Ναι, ναι! Η ομάδα λεγόταν “Αετοί Σερρών” και ανήκε σε έναν τερματοφύλακα από τις καλές χρονιές του Πανσερραϊκού. Έκατσα για περίπου οκτώ με εννιά χρόνια εδώ και στα 13 μου πήγα να δοκιμαστώ στον ΠΑΟΚ στη Θεσσαλονίκη. Είχε 300 με 400 παιδιά τότε και θυμάμαι πως με είχαν καλέσει από την πρώτη μέρα να πάω να υπογράψω και το έκανα όπως ήταν φυσικό. Για αυτό είχα πάει».
Πώς εξελίχθηκε η παρουσία σου στις ακαδημίες του ΠΑΟΚ;
«Ήμουν για δύο χρόνια στην Ακαδημία και στα 15 μου βρισκόμουν στην τρίτη ομάδα του συλλόγου. Ήμουν πολύ ευχαριστημένος, όπως και εκείνοι αλλά όταν ήταν να πάω στη δεύτερη ομάδα, έπρεπε να νοικιάσουμε σπίτι στη Θεσσαλονίκη. Οι γονείς μου δεν είχαν την οικονομική άνεση για να μείνουμε μόνιμα εκεί και στον ΠΑΟΚ μου είχαν πει πως θα υπογράψω μόνο με αυτή την προϋπόθεση γιατί μέχρι τότε μέναμε σε δωματιάκια. Έτσι έφυγα και γύρισα πίσω στις Σέρρες».
Πώς ένιωσες όταν έμαθες ότι δεν μπορείς να συνεχίσεις;
«Θυμάμαι που με πήρε ο Κώστας Μαλιούφας που ήταν προπονητής μου τότε και μόλις μου το ανακοίνωσε έβαλα τα κλάμματα. Ήμουν στη θάλασσα με έναν φίλο μου και μόλις μου το είπε λύγισα γιατί πίστευα πως ήμουν καλός και δικαιούμουν μία θέση. Όμως μου είπε κάτι που δεν θα ξεχάσω ποτέ. «Γιώργο θα σου πω ένα πράγμα, σε πιστεύω πάρα πολύ και είμαι σίγουρος πως θα παίξεις ποδόσφαιρο. Απλά κάνε τον ΠΑΟΚ να σε πάρει με λεφτά μετά από πέντε χρόνια». Κι έτσι έγινε! Ακόμα και τώρα που μιλάω μαζί του, τού το θυμίζω ότι είχε πέσει μέσα».
Τι ακολούθησε μετά τις ακαδημίες του ΠΑΟΚ;
«Γύρισα στο χωριό μου, έπαιξα για έναν χρόνο και μετά με πήρε ο Πανσερραϊκός γιατί είχα πάει πολύ καλά. Εκεί έμεινα για έξι χρόνια και ήταν μία ομάδα που υποστήριζα από μικρό παιδί. Ήταν η ομάδα της πόλης μας. Πέρασα τρομερές στιγμές εκεί. Ήταν όνειρό μου να παίξω εκεί και όταν είχα πάει η ομάδα είχε πολλά χρόνια να ανέβει στα μεγάλα σαλόνια».
Έμεινες για πέντε χρόνια εκεί. Τι θυμάσαι πιο έντονα;
«Την άνοδο στην πρώτη κατηγορία. Ήταν από τις καλύτερες στιγμές της καριέρας μου γιατί εκπλήρωσα αρχικά ένα παιδικό μου όνειρο, η πόλη ήταν περήφανη για εμάς και το θυμάμαι μέχρι τώρα. Παρότι πέσαμε κατευθείαν».
Την τελευταία σεζόν πριν φύγεις έχεις κάνει την καλύτερή σου σεζόν. Ποια ήταν η... επιβράβευσή σου;
«Και εγώ θεωρώ πως ήταν από τις καλύτερες σεζόν μου και η κορυφαία στον Πανσερραϊκό. Είχα σκοράρει απέναντι στις μεγάλες ομάδες της κατηγορίας και έτσι ήρθε και η κλήση μου στην Εθνική Ελλάδας».
Από αυτά τα γκολ που πέτυχε κόντρα στις «μεγάλες» ομάδες, ποιο θυμάσαι πιο έντονα;
«Αν διάλεγα κάποιο θα έλεγα αυτό εναντίον του ΠΑΟΚ μέσα στις Σέρρες. Όχι επειδή ήταν το πιο ωραίο αλλά επειδή ήταν στην έδρα μας και είχαν έρθει περίπου 8 χιλιάδες ΠΑΟΚτζήδες, η στιγμή ήταν πολύ έντονη. Ήταν το γκολ της ισοφάρισης και εκείνο που μου έδωσε την ψυχολογία για να ανεβάσω την αποδόση μου».
Όταν σου είπαν πως έχεις κληθεί στην Εθνική, πώς αντέδρασες;
«Αλήθεια, δεν το πίστευα στην αρχή όταν μου το είπαν. Και αυτό το έμαθα όσο ήμουν εδώ, σε αυτά τα γήπεδα. Έρχεται ο φροντιστής της ομάδας και μου λέει πως με κάλεσαν στην Εθνική, κάτι που ήταν τρελό γιατί ήμουν στον Πανσερραϊκό και είχαν πολλά χρόνια να πάρουν παίκτη από εκεί. Στην αρχή δεν το πίστεψα, του είπα ότι είναι τρελό και μόλις είδα το τηλέφωνο, τότε το κατάλαβα».
Το φανταζόσουν ότι θα πας στην Εθνική;
«Ήταν το μεγάλο μου όνειρο όπως και για κάθε παιδί, αλλά δεν περίμενα ότι θα τα κατάφερνα. Ήμουν πολύ περήφανος όταν το κατάφερα».
Πώς ήταν οι πρώτες σου μέρες με την Εθνική;
«Θυμάμαι που έτρεμα από το άγχος και δεν ήταν όπως τώρα. Τότε ήταν ο Φερνάντο Σάντος και δεν έδιναν ευκαιρίες στα νέα παιδιά. Διάλεγε τους έμπειρους και για εμένα ήταν μεγάλη δικαίωση, γιατί ήμασταν πολύ λίγοι οι πιτσιρικάδες στην αποστολή τότε από όλη την Ελλάδα. Όταν πήγα και είδα τους ποδοσφαιριστές της Εθνικής, τους οποίους είχα δει μόνο από την τηλεόραση, ήταν σαν όνειρο».
Ποιος σε είχε βοηθήσει να προσαρμοστείς;
«Θυμάμαι στο δωμάτιο πως ήμουν με τον Σωκράτη Παπασταθόπουλο που ήταν στη Μίλαν τότε. Μου έλεγε ιστορίες από την Ιταλία και με είχε ηρεμήσει αρκετά. Τον περίμενα πολύ διαφορετικό. Λίγο πιο... ψώνιο, λόγω της καριέρας του, αλλά με χαλάρωσε πολύ. Μου εξήγησε τον τρόπο των προπονήσεων, μου έλεγε να μην αγχώνομαι και με βοήθησε πάρα πολύ. Ήταν η καλύτερη επιλογή για δωμάτιο».
Πώς ήταν σαν προπονητής ο Σάντος;
«Ήταν πάρα πολύ σοβαρός και πειθαρχημένος. Από την Εθνική δεν μπορούσα να έχω κριτήριο γιατί δεν τον έζησα πολύ αλλά από το λίγο που τον είχα, θυμάμαι αυτά σαν χαρακτηριστικά. Στα αποδυτήρια ήμασταν σαν οικογένεια, όλοι τον σέβονταν και αυτό ήταν το μυστικό για την Ελλάδα τότε και έπαιρνε τα αποτελέσματα».
Όταν ήρθε η ώρα των προτάσεων το καλοκαίρι του 2011, είχες «κρούση» μόνο από τον ΠΑΟΚ ή και από άλλες ομάδες;
«Ο πρόεδρος του Πανσερραϊκού τότε, ο Πέτρος Θεοδωρίδης, ήταν πολύ καλός παράγοντας. Με φώναξε στα γραφεία του και η πρώτη ομάδα που ενδιαφέρθηκε για εμένα ήταν η ΑΕΚ. Είχα μιλήσει από τον Γενάρη και η αλήθεια είναι ότι επειδή υποστήριζα την ΑΕΚ από μικρός, ήμουν πολύ χαρούμενος για αυτό. Ήταν σαν όνειρο για εμένα και όλα έδειχναν ότι θα πήγαινα εκεί.
Με τις καλές εμφανίσεις μου, ήρθε και ο ΠΑΟΚ και ο Ολυμπιακός και ο Παναθηναϊκός μέχρι το τέλος της σεζόν αλλά επίσημα μόνο η ΑΕΚ με είχε... ενοχλήσει. Τελικά λίγο πριν ολοκληρωθεί η χρονιά, με πήραν τηλέφωνο και από τον ΠΑΟΚ, όπου ήταν ο Ζήσης Βρύζας. Τελευταία μέρα πριν τελειώσει το πρωτάθλημα, ο πρόεδρος με φώναξε πάλι στο γραφείο και μου είπε πως τα έχει βρει στο οικονομικό με όλες τις ομάδες! Και με τις τέσσερις! Ήταν στο δικό μου χέρι να πάω όπου θέλω και δεν επρόκειτο να μπει εμπόδιο.
Η αλήθεια είναι πως ούτε ο Ολυμπιακός αλλά ούτε ο Παναθηναϊκός με είχαν προσεγγίσει. Μόνο η ΑΕΚ και ο ΠΑΟΚ με είχαν πάρει τηλέφωνο. Τότε είχα φίλο και τον Τάσο Παπάζογλου που είχε πάει στον Ολυμπιακό και μου είχε εξηγήσει πώς έγινε η μεταγραφή του. Εμένα τίποτα και τελικά δεν με πήρε κάποιος. Ο πρόεδρος μού είπε να πάρει τον Μαρινάκη μπροστά μου για να το ακούσει ότι με θέλει ο Ολυμπιακός αλλά εγώ ήθελα να επικοινωνήσουν με εμένα όπως έκαναν ΑΕΚ και ΠΑΟΚ».
Πώς ο ΠΑΟΚ σε... κέρδισε από την ΑΕΚ που ήταν και η αγαπημένη ομάδα σου;
«Ήμουν ανάμεσα σε αυτές τις δύο ομάδες. Οι πιθανότητες ήταν υπέρ της ΑΕΚ αλλά τις τελευταίες δύο - τρεις μέρες μου άρεσε πολύ η στάση του Ζήση Βρύζα και κατάφερε να με πάρει στον ΠΑΟΚ. Η ΑΕΚ το «έχασε» προς το τέλος με τον τρόπο της και τελευταία στιγμή αποφάσισα να πάω στον ΠΑΟΚ. Μου είχαν ετοιμάσει και τζετ για να πάω στην προετοιμασία της ΑΕΚ αλλά εγώ ακόμα δεν τα είχα βρει και τους το εξήγησα ότι θέλω πρώτα να το κλείσουμε και μετά θα έρθω. Εν τέλει χάλασε η διαπραγμάτευση».
Αν γυρνούσες τον χρόνο πίσω, θα άλλαζες την απόφασή σου;
«Είναι δύσκολη ερώτηση. Τώρα που το βλέπω με μεγαλύτερη πείρα, αν ένα παιδί στην ηλικία μου τότε είχε μία πρόταση από αυτές τις ομάδες, ο Ολυμπιακός είναι μία καλύτερη προοπτική γιατί βλέπω τι επιλογές έχουν αν φύγουν από εκεί. Κάθε χρόνο η ομάδα έπαιρνε πέντε με δέκα πιτσιρικάδες. Μπορεί να μην έπαιζαν αλλά όταν ήταν να φύγουν είχαν μία καλή λύση. Είτε εξωτερικό, είτε ομάδα Superleague. Για το εξωτερικό τότε μόνο ο Ολυμπιακός ήταν η ομάδα που ήξεραν για τέτοια θέματα, οπότε ήταν μία από τις βασικές επιλογές. Δεν ξέρω αν θα την άλλαζα αλλά σου εξηγώ τι μου φαίνεται το καλύτερο με την εμπειρία μου, γιατί και με τον ΠΑΟΚ έζησα πολύ καλές στιγμές».
Πάμε στο κομμάτι του ΠΑΟΚ. Πώς ήταν η εμπειρία εκεί;
«Την πρώτη χρονιά στον ΠΑΟΚ, προπονητής ήταν ο Λάζλο Μπόλονι και η ομάδα είχε αρκετούς έμπειρους παίκτες. Όταν πήγα εκεί ένιωσα ένα δέος γιατί βρέθηκα ανάμεσα σε μεγάλα ονόματα και με τόσο κόσμο να τον ακολουθεί. Όταν κάνεις μία τέτοια μεταγραφή, νιώθεις πως οι κόποι σου δικαιώνονται. Έμεινα για τρία χρόνια αλλά δεν είμαι ευχαριστημένος από τον εαυτό μου γιατί θα μπορούσα να δώσω πολλά περισσότερα πράγματα».
Η πρώτη χρονιά πώς ήταν;
«Ήταν όνειρο για εμένα. Πήγα από τον Πανσερραϊκό και δεν περίμενα ότι θα παίξω, αλλά ο Μπόλονι με έβαλε στο 90% των αγώνων εκείνη τη σεζόν. Ήταν η καλύτερη μου χρονιά στον ΠΑΟΚ και θυμάμαι πολύ έντονα την πορεία στην Ευρώπη τότε, ήμουν πρώτος στις ασίστ στη διοργάνωση μέχρι να αποκλειστούμε. Όμως η δεύτερη χρονιά δεν ήταν έτσι».
Τότε είχες πρωταγωνιστήσει στο Τότεναμ – ΠΑΟΚ 1-2, όπου είχες κάνει τις δύο ασίστ. Τι θυμάσαι από εκείνο το παιχνίδι;
«Τότε η Τότεναμ δεν έβλεπε τόσο... σοβαρά το Europa League. Έβαζε τους αναπληρωματικούς κυρίως, αλλά κινδύνευσε να μείνει εκτός αν δεν μας κέρδιζε στο μεταξύ μας ματς στην Αγγλία, έμπαινε σε μπελάδες. Εγώ τότε ήμουν ένα παιδί που είχα άγνοια... κινδύνου και αυτό ήταν το καλό. Πίστευα ότι όποιον και να βρω μπροστά μου μπορώ να τον νικήσω, πίστευα πολύ στον εαυτό μου και ότι τίποτα δεν είναι απίθανο. Όταν είδαμε τις εντεκάδες και καταλάβαμε ότι παίζουν όλοι πλην του Μπέιλ, ήταν κάπως... αμήχανο. Δεξία σκέψου ήταν ο Λένον που ήταν πολύ καλός και έπεφτε πάνω σε εμένα και τον Σταφυλίδη. Αλληλοκοιταχτήκαμε και του είπα «θα την βγάλουμε ρε, μην στεναχωριέσαι» και κάπως έτσι ξεκίνησε το παιχνίδι».
Υπήρχε πίεση πριν το ματς; Πιστεύατε στη νίκη;
«Δεν προλάβαμε να αγχωθούμε να σου πω την αλήθεια γιατί ξεκινήσαμε τόσο καλά, βάλαμε το πρώτο γκολ νωρίς και αμέσως μετά και το δεύτερο. Ήταν φανταστικό το πρώτο ημίχρονο και αν μια ομάδα έπρεπε να βάλει άλλο τέρμα, ήμασταν εμείς γιατί είχαμε δύο - τρεις καλές ευκαιρίες να σκοράρουμε».
Για τη στιγμή του πέναλτι και την αποβολή του Σταφυλίδη...
«Ήταν πεντακάθαρα με το στήθος ο Σταφυλίδης. Ο διαιτητής τους ξαναέβαλε στο παιχνίδι καθώς μέχρι τότε δεν είχαν κάνει τίποτα. Εντάξει, εκείνη τη στιγμή ήταν περίεργο για εμάς καθώς ήταν ήδη υψηλοί οι ρυθμοί και έπρεπε να παίξουμε άλλα 45 λεπτά με δέκα παίκτες και το σκορ στο 2-1. Ήταν πάρα πολύ δύσκολο μέχρι το τέλος. Πρώτη φορά με πίεζε κάποιος τόσο πολύ. Ηταν σαν... φλιπεράκι, που διώχνεις την μπάλα και ξαναγυρνάει πίσω. Ήταν τρελός ο ρυθμός αλλά τέλος καλό όλα καλά και εμείς ήμασταν στο τοπ της απόδοσης και γράψαμε ιστορία».
Ποιος παίκτης της Τότεναμ σου είχε κάνει περισσότερο εντύπωση;
«Ο Μόντριτς μου άρεσε πάρα πολύ. Ήταν εγκεφαλικός παίκτης, έπαιζε αμυντικός χαφ σε εκείνο το ματς και έφτιαχνε όλο το παιχνίδι. Δεν έχανε ποτέ την μπάλα, ήξερε πού να την δώσει και η ποιότητά του φαινόταν τόσο πολύ μέσα στο γήπεδο...».
Πώς ένιωσες με τις ασίστ;
«Η αλήθεια είναι πως έγιναν όλα τόσο γρήγορα που δεν πρόλαβα να το... καταλάβω. Είχαμε και τον κόσμο που είχαμε γίνει... ένα με τον τρόπο που μας στήριζαν. Δεν πίστευα τι ήταν αυτό που είχαμε καταφέρει. Δεν το κατάλαβα τι είχα κάνει. Ούτε μετά το ματς. Χρειάστηκε να περάσουν αρκετά χρόνια για να αντιληφθώ τι είχα κάνει προσωπικά και φυσικά την επιτυχία της ομάδας. Το κατάλαβα μόλις γυρίσαμε Θεσσαλονίκη μετά το ματς. Μόλις βγήκαμε από το αεροδρόμιο μας περίμεναν χιλιάδες οπαδοί του ΠΑΟΚ και μας πήγαν «σηκωτούς» μέσα στο λεωφορείο. Ήταν πρωτόγνωρα για εμένα».
Μόλις σφύριξε τη λήξη ο διαιτητής πώς ένιωσες;
«Τη θυμάμαι ακόμα αυτή τη στιγμή. Ένιωσα τόσο μεγάλη ανακούφιση που τα καταφέραμε, έβλεπα τους οπαδούς να ζουν μία τρέλα στις εξέδρες. Ήταν άλλο πράγμα».
Τι συνέβη την επόμενη σεζόν;
«Είχε να κάνει με έναν τραυματισμό που με άφησε για σχεδόν έξι μήνες έξω, αν και αρχικά είχε έρθει ο Γιώργος Δώνης στον πάγκο, ο οποίος ήταν ο καλύτερος προπονητής για εμένα. Ξέρει πάρα πολλά πράγματα για το ποδόσφαιρο και μου είχε πει ότι του θυμίζω τον εαυτό του και μου είχε δώσει πάρα πολύ καλή ψυχολογία. Ήμουν πολύ άτυχος όμως, γιατί για έναν τραυματισμό στο πέλμα για τον οποίο αρχικά ήταν να μείνω 1,5 μήνα εκτός, έχασα σχεδόν όλη τη σεζόν».
Πώς λύθηκε το πρόβλημα;
«Ακολούθησα τις συμβουλές των γιατρών, βγήκα εκτός ομάδας και ζήτησα από την ομάδα να επιστρέψω όταν θα είμαι εγώ έτοιμος. Θυμάμαι πως όταν επανήλθα, ο Δώνης μου έλεγε «Άντε ρε Γιώργο πότε θα επιστρέψεις;» και όταν γύρισα, μπήκε στην προπόνηση και έλεγε «Έχουμε καινούργιο παίκτη» και με χειροκροτούσε. Όλα αυτά μου ανέβασαν τη ψυχολογία. Σκέψου ότι τραυματίστηκα στην 3η αγωνιστική και επέστρεψα τέσσερις αγώνες πριν τελειώσει το πρωτάθλημα! Μπήκα ως αλλαγή με τον ΠΑΣ Γιάννινα, βάζω το γκολ που έγινε το 1-0 και έδωσα την ασίστ για το 2-0. Ο Δώνης την επόμενη μέρα μού έλεγε ότι με περίμενε τόσο καιρό και εγώ είχα «φτερά» στα πόδια. Όμως το κλίμα ήταν βαρύ για εκείνον και στον ημιτελικό Κυπέλλου στην Τρίπολη δεν με πήρε στην αποστολή για να μην με επιβαρύνει. Εχασε η ομάδα και έφυγε. Τότε τελείωσε και η σεζόν για εμένα. Ήταν η χειρότερή μου στον ΠΑΟΚ».
Στην τρίτη σου σεζόν ήρθε ο Στέφενς που είχε μεγάλη εμπειρία ως προπονητής. Σε βοήθησε να πάρεις ψυχολογία;
«Ήταν πολύ καλό για εμένα, γιατί ξέρεις ότι όταν έρθει ένα προπονητής ξένος δεν έχει... κολλήματα και θα σε δοκιμάσει προτού πάρει αποφάσεις. Πίστευα ότι αν άξιζα θα παίξω. Ξεκίνησε η προετοιμασία και ήμουν έτοιμος γιατί δούλευα και πριν μόνος μου. Θυμάμαι που μάς ρωτούσε έναν-έναν ξεχωριστά πριν φύγουμε και με ρώτησε για το πώς βλέπω τη σεζόν. Εγώ είχα ήδη μία πρόταση από την Καρσλρούη και ήθελα να πάω. Αλλά ήθελα να ακούσω και τη γνώμη του Στέφενς.
Εκείνος μου απάντησε ότι έχω παίξει και στα δέκα φιλικά και ότι είμαι ο βασικός εξτρέμ της ομάδας. Στα προκριματικά θα ήμουν στο βασικό σχήμα για τα πλάνα του. Μόλις μου το είπε, πήρα τηλέφωνο τον ατζέντη μου και είπα ότι δεν θα πάω στη Γερμανία. Έπαιξα όντως στα προκριματικά αλλά δεν απέδωσα όπως θα ήθελα. Μετά ήρθε και η μεταγραφή του Στοχ και έχασα τη θέση μου. Έκανα και εγώ τα λάθη μου σίγουρα και η χρονιά δεν κύλησε όπως θα ήθελα. Έπαιξα μερικά ματς αλλά δεν ήμουν όπως στην πρώτη σεζόν. Σίγουρα θα περίμενα λίγο περισσότερη στήριξη αλλά και εγώ όταν είχα τις ευκαιρίες δεν τις αξιοποίησα».
Σου είχε γίνει πρόταση ανανέωσης;
«Ναι, ο Βρύζας μου είχε προτείνει συμβόλαιο για ακόμα τρία χρόνια αλλά δεν το δέχτηκα. Αυτό αν γυρνούσα τον χρόνο πίσω, σίγουρα θα το άλλαζα. Ήμουν νεαρός σε ηλικία τότε, είχα πέσει ψυχολογικά και είχα πει ότι δεν μπορώ να παίζω όταν δεν με πιστεύουν. Γι' αυτό είχα αρνηθεί την πρόταση για ανανέωση. Δεν είχα κάποιον να με συμβουλέψει, ούτε ο ατζέντης μου, ο οποίος μου έλεγε πως θα μου βρει 100% ομάδα με τα θέλω μου. Τα είχα αλλιώς στο μυαλό μου και έτσι δεν έμεινα στον ΠΑΟΚ».
Ποια στιγμή από τον ΠΑΟΚ δεν θα ξεχάσεις ποτέ και ποιον συμπαίκτη είχες ξεχωρίσει;
«Από τις πιο χαρακτηριστικές στιγμές ήταν στο γήπεδο της ΑΕΚ τη σεζόν 2011/12. Ήταν το γεγονός πως ο ΠΑΟΚ είχε χρόνια να νικήσει την ΑΕΚ στην Αθήνα και επειδή υπήρχε το θέμα και με εμένα στο πού θα πήγαινα εκείνο το καλοκαίρι, ήταν ιδιαίτερο ματς. Είχα βάλει και το ένα από τα δύο γκολ, οπότε αυτό ξεχωρίζω. Τώρα στο θέμα του συμπαίκτη... είναι πολύ δύσκολο. Από θέμα συμπεριφοράς και ήθους θα έλεγα τον Σαλπιγγίδη. Απίστευτος ποδοσφαιριστής και επαγγελματίας γιατί ήταν τόσο απλός και ταπεινός παρά τα όσα πέτυχε. Ήταν παράδειγμα για εμένα στο πώς να συμπεριφέρομαι και εγώ. Αγωνιστικά ήταν πολλλοί οι καλοί ποδοσφαιριστές και δύσκολα μπορώ να ξεχωρίσω κάποιον. Ο Βούκιτς και ο Λάζαρ ήταν οι παίκτες που μου άρεσαν πιο πολύ θα έλεγα...».
Μετά τι έγινε; Τι προτάσεις είχες;
«Δέκα μέρες αφότου έφυγα, ο ατζέντης μου μού είπε πως έχει πρόταση από ομάδα της Championship στην Αγγλία. Ήταν η Μπέρμιγχαμ που με ζητούσε και ήταν πολύ νωρίς γιατί μόλις είχε τελειώσει το πρωτάθλημα. Σε μία εβδομάδα μου είπε πως έχει ένα καλό και ένα κακό νέο. Το καλό ήταν πως έγινε επίσημη πρόταση από την αγγλική ομάδα αλλά το κακό είναι πως τα λεφτά ήταν πολύ λιγότερα από αυτά που μου είχε πει. Δεν είχα το μυαλό όμως να σκεφτώ ότι αν έμπαινα σε ένα τέτοιο πρωτάθλημα θα μπορούσα να ανέβω. Τώρα καταλαβαίνω τι λάθη είχα κάνει. Την είχα «πατήσει» από τον Γερμανό ατζέντη γιατί μου είχε πει ότι θα μου βρει μία καλή ομάδα από τη Γερμανία. Έτσι την απέρριψα και μέχρι το τέλος δεν βρήκα τίποτα και έτσι κατέληξα στη Βέροια».
Πώς αισθανόσουν που από τις προτάσεις για εξωτερικό, κατέληξες στη Βέροια τότε;
«Είχα μία πρόταση και από τον ΠΑΣ Γιάννινα που δεν με κάλυψε και έτσι πήγα στη Βέροια τις τελευταίες μέρες της μεταγραφικής περιόδου. Ξεκίνησα κάπως καλά αλλά μετά δεν ήταν τόσο ομαλά τα πράγματα. Δεν είχα εγκλιματιστεί και τη διετία εκεί σκεφτόμουν τα λάθη μου. Με επηρέασε αρνητικά όλο αυτό με τις προτάσεις που είχα απορρίψει και δεν πήγα όπως τα περίμενα. Το μόνο θετικό που θυμάμαι είναι το δυνατό ξεκίνημα της ομάδας την πρώτη μου σεζόν. Μέχρι εκεί».
Μετά ήρθε η ώρα να πας στην Κύπρο. Ήταν εύκολη απόφαση να πας;
«Είχα κουραστεί από την Ελλάδα να σου πω την αλήθεια και ήρθε μία πρόταση από την ΑΕ Λεμεσού και μπορώ να πω πως ήταν από τις πιο θετικές μου χρονιές. Δέθηκα με την ομάδα, τον κόσμο και μου άρεσε και εμένα πολύ εκεί. Θα έλεγα πως ήταν από τις πιο ευτυχισμένες χρονιές μου ποδοσφαιρικά».
Τι το ιδιαίτερο είχε;
«Όλα ήταν υπέροχα. Ήταν το κλίμα, οι οπαδοί, ότι μέχρι τον Δεκέμβρη ήμασταν στις πρώτες θέσεις... Μετά τον Δεκέμβρη είχαμε 2-3 σοβαρούς τραυματισμούς βασικών στελεχών και έτσι σιγά-σιγά χάσαμε τη δυναμική μας. Εγώ έπαιζα σε όλα τα παιχνίδια σχεδόν και μου έδειχνε αγάπη ο κόσμος και ήταν ευχάριστο το πέρασμά μου. Δυστυχώς δεν έμεινα εκεί γιατί υπήρξαν κάποιες διαφωνίες μεταξύ της ομάδας και του γραφείου ατζέντηδων που με είχε ενημερώσει για το ΑΠΟΕΛ. Είχαμε συμφωνήσει με το ΑΠΟΕΛ για να πάω αλλά έγινε μία παρεξηγήση και στο τέλος δεν έμεινα ούτε στην ΑΕ Λεμεσού αλλά δεν πήγα ούτε στο ΑΠΟΕΛ!
Έτσι χάλασε. Είχα και μία πρόταση από το Ιράν με μεγάλη, οικονομικά, πρόταση αλλά τελευταία μέρα πριν πάω έφυγε ο προπονητής και επέστρεψα στην Κύπρο, στον Ερμή. Το πάλεψα, ξεκίνησα κάπως καλά και είχα βάλει και ένα πολύ ωραίο γκολ από το κέντρο αλλά με έπιασε ένας πόνος στη μέση και με άφησε αρκετά πίσω. Έφυγα από εκεί και πήγα στη Δόξα Δράμας για να είμαι και κοντά στο σπίτι μου. Και ας ήταν στη Β' Εθνική, ήθελα να κάνω την αποκατάσταση και στη συνέχεια έφυγα πάλι για το εξωτερικό και συγκεκριμένα στην Τουρκία».
Η προοπτική της Τουρκίας πώς προέκυψε;
«Ο Τάτος ήταν που με πρότεινε στην Ελαζίγκσπορ. Ήθελαν εξτρέμ τότε και μου είπε να πάω μαζί του. Με δοκίμασαν, τους άρεσα στις προπονήσεις και ήθελαν να με κρατήσουν αλλά είχαν ban και δεν μπορούσαν να πάρουν ποδοσφαιριστές. Συμφωνήσαμε στο οικονομικό, αλλά έπρεπε μέσα σε έναν μήνα να έχει λυθεί το θέμα με το ban αλλιώς δεν θα γινόταν να υπογράψουμε. Μας έλεγαν ότι θα το κάνουν και τελευταία μέρα των μεταγραφών έρχονται και μας λένε πως δεν γίνεται να αφαιρέσουμε την ποινή, άρα δεν θα είχα δικαίωμα συμμετοχής.
Οι επιλογές ήταν να κάτσουμε εκεί έξι μήνες χωρίς να παίξουμε και να πληρωνόμαστε ή να πάμε αλλού για έξι μήνες. Από Ελλάδα δεν είχα κάτι αξιόλογο, οι αγορές είχαν κλείσει και τελικά πήγα στο Αζερμπαϊτζάν σε μία ομάδα που μου βρήκε ο ατζέντης μου. Έκατσα εκεί τρεις μήνες, μου άρεσε αλλά η Ελαζίγκσπορ κατάφερε να βγάλει το ban και μπορούσαμε να αγωνιστούμε. Συμφώνησα για συμβόλαιο 18 μηνών αλλά ήρθε παράλληλα και μία πρόταση από Ελλάδα».
Ποια ομάδα σε ήθελε;
«Με είχαν πάρει από τον Βόλο και είχαν γίνει προσπάθειες να με πάρουν την τελευταία στιγμή από την Ελαζιγκσπόρ. Είχα μιλήσει με τον κ. Μπέο και μου είχε πει πολύ καλά λόγια αλλά είχα δώσει τον λόγο μου στον τουρκικό σύλλογο»
Η εμπειρία στην Τουρκία πώς ήταν;
«Καταστροφική (γέλια). Είχα πάει τραυματίας από το Αζερμπαϊτζάν. Εκεί λοιπόν, επειδή δεν είχαν παίκτες, έπρεπε να παίξω παρότι είχα πρησμένο πόδι. Θυμάμαι ένα παιχνίδι... Με έβαλε ο προπονητής στο 63' και στο 72' με έβγαλε! Έχασα την μπάλα μία φορά και με έβγαλε. Θυμάμαι πως είχα το «88» στην πλάτη και σηκώνει το ταμπλό και έγραφε αυτό το νούμερο.
Και κοίταγα πως δεν έβγαινε κανείς. Και έλεγα “χάνουμε, γιατί δεν βγαίνει κανείς;”. Ξαφνικά με κοίταξαν όλοι και κατάλαβα πως είμαι εγώ. Βγαίνω, μέσα σε λίγους μήνες αλλάξαμε και προπονητή και εγώ προσπαθούσα να επιστρέψω στο 100%. Μόλις βρήκα ρυθμό και τα πατήματά μου δεν ξαναπήρα ευκαιρία».
Μετά ήρθε η επιστροφή στον Πανσερραϊκό αλλά όταν έφυγες, ανέφερες στο μήνυμά σου κάποια πράγματα για τη διοίκηση. Τι συνέβη;
«Τότε ήταν στη Γ' Εθνική η ομάδα. Η διοίκηση ήταν πρώτα φίλοι μου και μετά διοίκηση και εγώ δεν ήθελα να πάω αλλού. Ήθελα να είμαι και κοντά στο παιδί μου. Ανεβήκαμε κατηγορία στη Superleague 2 και η σεζόν ξεκίνησε πολύ καλά για εμένα αλλά έγιναν κάποια πράγματα από τους διοικούντες που δεν μου άρεσαν παρότι αγαπάω αυτή την ομάδα τόσο πολύ. Έγινε ένα σκηνικό ουσιαστικά και έμεινα εκτός ομάδας στον δεύτερο γύρο, παρότι είχαμε πάει πολύ καλά στον πρώτο. Ήμουν πολύ πικραμένος από τη στάση τους και δεν με σεβάστηκαν, οπότε δεν θα ήθελα να το σχολιάσω περαιτέρω. Στον Απόλλωνα Παραλιμνίου είμαι τα τελευταία δύο χρόνια»
Ο Απόλλων Παραλιμνίου βρίσκεται στους «16» του Κυπέλλου Ελλάδας. Πες μας λίγα λόγια για αυτή την ομάδα...
«Το Παραλίμνι είναι ένα μικρό χωριό στις Σέρρες και στον Απόλλωνα ο κ. Τυχάλας είναι ο χρηματοδότης που την κρατάει ζωντανή αυτή την στιγμή. Δηλαδή αν φύγει αυτός ο άνθρωπος, η ομάδα θα σβήσει την επόμενη μέρα. Για την κατηγορία, όμως, είναι από τις πιο σταθερές ομάδες τα τελευταία δέκα χρόνια! Δουλεύουν όσο το δυνατόν πιο επαγγελματικά και μας παρέχουν όσα περισσότερα μπορούν. Είναι χαρά να βλέπουν την ομάδα του χωριού να γράφει ιστορία και να φτάνει στους «16» του θεσμού. Χαίρομαι που είμαι μέρος αυτού».
Για την κλήρωση του Κυπέλλου Ελλάδας όπου κληρωθήκατε με τον Άγιο Νικόλαο είσαι ευχαριστημένος;
«Περιμέναμε έναν μεγάλο αντίπαλο και για να γεμίσει το γήπεδο και για να δουν τα παιδιά από την ομάδα πως είναι να παίζει με έναν από τους «μεγάλους». Έτυχε μία κλήρωση από την οποία εμείς μπορούμε να κυνηγήσουμε την πρόκριση. Οι πιθανότητες είναι 50-50 θεωρώ και θα διεκδικήσουμε το εισιτήριο για την επόμενη φάση.»
Μετά το ποδόσφαιρο τι ακολουθεί;
«Έχω σκεφτεί κάποια πράγματα. Θέλω να ξεκινήσω την προπονητική αλλά δεν το έχω βάλει... μπροστά. Έχω και άλλα πράγματα στο μυαλό μου αλλά είναι κάπως ρίσκο για εμάς. Οι περισσότεροι που έχουν κάνει κάτι επαγγελματικά με άλλες δουλειές δεν τους έχει βγει. Χρειάζονται μεθοδικές και προσεκτικές κινήσεις».
Ποιον προπονητή ξεχωρίζεις από όλη την καριέρα σου;
«Σίγουρα έπαιξε ρόλο ο Μπόλονι στην πρώτη μου χρονιά στον ΠΑΟΚ. Ήταν ένας άνθρωπος που ήξερε να ξεχωρίζει ποιος πρέπει να παίξει και ποιος άξιζε. Βάσει προπόνησης και καθημερινότητας θα έλεγα τον Γιώργο Δώνη γιατί ήταν πιο διαβασμένος και μας τα μετέδιδε πολύ σωστά. Αυτούς τους δύο θα έλεγα».
Μία ιστορία που γνωρίζουν λίγοι και τη θυμάσαι μέχρι και τώρα;
«Θυμάμαι, όταν ήμουν στον Πανσερραϊκό, στο παιχνίδι με τον Ολυμπιακό στο «Γ. Καραϊσκάκης», χάναμε με 1-0 και με δύο γκολ δικά μου κάναμε την ανατροπή. Τότε ο Ολυμπιακός πάλευε για το πρωτάθλημα και εμείς για την παραμονή. Και θυμάμαι που ο Αβράαμ Παπαδόπουλος με πιάνει σε μία φάση και υπήρξε μία αψιμαχία μεταξύ μας, παρότι ήμασταν μαζί στην Εθνική Ελλάδας. Βέβαια μόλις ο Ολυμπιακός έκανε εκ νέου την ανατροπή, ήρθε και μου ζήτησε συγγνώμη».
Δυσκολότερος αντίπαλος που είχες στην καριέρα σου;
«Μου έρχεται κατευθείαν ο Λέο Μάτος που ήρθε μετά στον ΠΑΟΚ. Τότε έπαιζε στη Μέταλιστ και το θυμάμαι ακόμα το πώς με είχε στην πίεση όλη την ώρα, ήταν πολύ δυνατός και παρότι ήμουν γρήγορος, δεν μπορούσα να τον προσπεράσω. Τα είχα δει όλα ως αντίπαλός του. Με δυσκόλεψε τόσο πολύ που το θυμάμαι μέχρι και σήμερα».
Το φετινό πρωτάθλημα πώς σου φαίνεται;
«Χαίρομαι που βλέπω τέτοιο πρωτάθλημα γιατί η μονοτονία είχε κουράσει. Τόσα χρόνια ο Ολυμπιακός και λίγο ο ΠΑΟΚ. Και ο Παναθηναϊκός και η ΑΕΚ είναι καλά και για τους «πράσινους» το είχα προβλέψει πως θα ήταν ψηλά και το πίστευα αλλά δεν περίμενα να είναι τόσο μπροστά. Το αξίζει γιατί μαζί με την ΑΕΚ παίζουν το καλύτερο ποδόσφαιρο μέχρι στιγμής, κάτι που φαίνεται από τα αποτελέσματα και τη βαθμολογία. Ευρωπαϊκά έχουμε μείνει πολύ πίσω και βλέπουμε ομάδες που έχουν εξέλιξη... Ομάδες τις οποίες νικούσαμε εύκολα, από τις οποίες τώρα μένουμε εκτός. Παλιά είχαμε 4-5 ομάδες στην Ευρώπη και τώρα σχεδόν καμία. Αυτό οφείλεται στο ότι δεν υπάρχει εμπιστοσύνη στα νέα παιδιά. Δεν είμαι κατά της ξενομανίας αλλά αν είναι να έρθει ένας ξένος παίκτης, ας κάνει τη διαφορά.»
Ποιο είναι το κλειδί για να πάρει κάποιος το πρωτάθλημα;
«Θα παίξει βασικό ρόλο η διάρκεια και οι τραυματισμοί. Στον Παναθηναϊκός ας πούμε ο Αϊτόρ τραυματίστηκε άσχημα. Είναι πρωτάθλημα δύο ταχυτήτων. Ο Παναθηναϊκός και η ΑΕΚ και μετά ο Ολυμπιακός έχει κάνει μία... κοιλιά και ο ΠΑΟΚ είναι σε μία μεταβατική περίοδο. Πολλά θα παίξουν ρόλο αλλά ένα ελαφρύ προβάδισμα το έχει ο Παναθηναϊκός».
Θα αντάλλαζες την καριέρα σου με κάτι;
«Όχι, όχι δεν θα άλλαζα τίποτα. Χάρη σε αυτή την καριέρα έχω γίνει αυτό που είμαι σήμερα. Και με τα σωστά και με τα λάθη μου και δεν θα μπορούσα να φανταστώ διαφορετικά τη ζωή μου. Έκανα το χόμπι μου επάγγελμα και είμαι πολύ ευχαριστημένος».
Πηγή: www.gazzetta.gr