Το τηλέφωνο του Ράκιτιτς για τη Σεβίλλη την ώρα που υπέγραφε το συμβόλαιό του στη Ρωσία
Για ποιον λόγο το λες αυτό;
Πριν λίγες μέρες είδε ο γιος μου μία φωτογραφία του Βίντα. Του εξήγησα πως είχα παίξει μαζί του. Του φάνηκε τόσο σπουδαίο, αλλά εγώ ένιωθα και νιώθω πως είμαστε όπως όλοι οι υπόλοιποι άνθρωποι. Έπαιξα με τον Μόντριτς, αλλά και πάλι δεν αισθανόμουν κάτι σπουδαίο, κάτι διαφορετικό.
Παίζεις, όμως, για ένα ολόκληρο έθνος.
Ναι, έτσι είναι. Και καταλαβαίνεις πως σε υποστηρίζει μια ολόκληρη χώρα. Πόσοι παίκτες έχουν αγωνιστεί στην ιστορία, στην εθνική Κροατίας. Δεν είναι τόσοι πολλοί. Από τη στιγμή, λοιπόν, που έχεις συμπεριληφθεί σε ένα κλειστό γκρουπ, καταλαβαίνεις πως πέτυχες κάτι. Όταν το συνειδητοποιείς αυτό αρχίζεις και να σκέφτεσαι διαφορετικά.
Υπάρχει κάποιος παίκτης από την εθνική σου ομάδα που να θυμάσαι να σου είχε πει κάτι ξεχωριστό στα πρώτα σου βήματα;
Όχι, στην εθνική. Στην εθνική με βοήθησε η νοοτροπία που απέκτησα. Πήγα από την Στουρμ Γκρατς, όταν μαζί με μένα έρχονταν παίκτες από την Μάντσεστερ Σίτι ή την Γιουβέντους. Καταλάβαινα ότι κάτι έκανα καλά, αλλά την ίδια στιγμή και ότι έπρεπε να κάνω κάποια πράγματα καλύτερα. Ένιωθα ότι έπρεπε να είμαι ο καλύτερος που μπορούσα, για να μην τους αφήσω να πιστέψουν πως δεν αξίζω να βρίσκομαι εκεί. Είναι διαφορετικό να έρχεσαι από την Ρεάλ Μαδρίτης και διαφορετικό από κάποια άλλη ομάδα. Είναι θέμα νοοτροπίας. Σε κάθε προπόνηση καταλάβαινα ότι δεν έπρεπε να κάνω ούτε μία λάθος πάσα. Στην πρώτη λάθος πάσα, θα υπήρχαν παίκτες που θα έλεγαν «έλα, σοβαρέψου. Δεν μπορεί να χάνεις αυτήν την μπάλα, είναι τόσο απλό». Έπρεπε κι εγώ με την σειρά μου να βοηθήσω τους συμπαίκτες μου να φανούν καλύτεροι. Το μεγαλύτερο αντίκτυπο πάνω μου, το είχαν οι μεγαλύτεροι παίκτες όταν ήμουν πιτσιρικάς. Όταν έπαιξα στην Σίμπενικ, ήμουν πολύ νευρικός. Έπαιρνα συνεχώς κάρτες, έκανα σκληρά μαρκαρίσματα. Εκεί, λοιπόν, είχα τον Έλβις Μπράικοβιτς. Ήταν στην εθνική ομάδα και ήρθε στην Σίμπενικ. Δίπλα του είχε τον Μπούλατ, που είναι φίλος μου. Μου έλεγε «σκέψου πριν πας σε κάθε μπάλα». Εγώ ήμουν παιδί τότε, για μένα κάθε μπάλα ήταν σημαντική. Ήθελα να κάνω οτιδήποτε ήταν δυνατόν να κάνω. Με την βοήθειά τους, όμως, άρχισα να καταλαβαίνω τη σημασία του τάιμινγκ, αλλά και του να σκέφτομαι. Σκεφτόμουν περισσότερο από όσο έτρεχα. Άλλωστε, δεν ήμουν ποτέ πολύ ταχύς παίκτης. Πρέπει να συνδυάσεις ταχύτητα και σκέψη. Εξέλιξα ένα στοιχείο που δεν έχει τιμή. Άρχισα να διαβάζω την στιγμή. Αυτό δεν μαθαίνεται πουθενά, μόνο μέσα από την εμπειρία. Και είναι ένα ξεχωριστό ταλέντο που αισθάνομαι ότι έχω. Έμαθα πως να τοποθετώ τον εαυτό μου, πως να ελέγχω σε τι είναι καλός ο επιθετικός απέναντί μου. Άρχισα να προσεγγίζω το ποδόσφαιρο διαφορετικά, κατάλαβα πως δεν ήταν μόνο τρέξιμο και κλωτσιά. Για μένα, πλέον, είναι πρώτα και κύρια θέμα σκέψης.
Πότε άκουσες για πρώτη φορά για την Ελλάδα;
Ήταν ο ΠΑΟΚ που ήρθε πρώτα για μένα. Είχα έναν φίλο που έπαιζε πόλο και πίναμε καφέ κάθε μέρα και μου έλεγε για την Αθήνα. Εγώ, όμως, λάτρευα την Θεσσαλονίκη, πήγα εκεί μετά την Μόσχα. Έζησα τα άκρα. Στην Γερμανία η κόρη μου γεννήθηκε την μία μέρα και την επόμενη έπρεπε να έχει ΑΦΜ. Εγώ ήμουν πάντα της λογικής «σιγά – σιγά. Αύριο!». Μετά από αυτό πήγα στην χώρα που λέω ότι αν πεθάνεις, κανείς δεν θα το καταλάβει. Μιλώ, φυσικά, για την Ρωσία. Ποιος ξέρει πόσοι άνθρωποι ζουν εκεί; Η κίνηση είναι μία τρέλα! Κίνηση και χιόνι. Ήταν πολύ νωρίς σε μία σεζόν, ξεκίνησε να χιονίζει τον Οκτώβρη και δεν σταμάτησε μέχρι τον Μάρτιο. Κάθε μέρα χιόνι!

Πώς είναι να παίζεις ποδόσφαιρο σε τέτοιες συνθήκες;
Η κυρία του καθαρισμού έχει συμβόλαιο εκατομμυρίου! Κάθε άνθρωπος πηγαίνει εκεί αποκλειστικά και μόνο για τα χρήματα. Φυσικά, υπήρχαν γνωστοί παίκτες στις ρωσικές ομάδες. Το επίπεδο του επαγγελματισμού, όμως, δεν ήταν αυτό που έπρεπε. Στο πρώτο ματς απέναντι στην Στουτγκάρδη, έτρωγαν παγωτό στα αποδυτήρια. Είχαν έρθει με τις παντόφλες. Υπήρχε τεράστια διαφορά με την Γερμανία. Ήταν γελοίο. Αν δεν πας στην προπόνηση, θα σου απαντήσουν «ok, δεν πειράζει. Θα έρθεις αύριο». Αν αυτά που έκαναν στην Ρωσία, τα έκαναν οπουδήποτε αλλού στην Ευρώπη, θα είχαν μπλεξίματα. Η ζωή και οι άνθρωποι, όμως, είναι υπέροχοι. Δεν κατάφερα, όμως, να προσαρμοστώ γιατί ονειρευόμουν ένα πιο επαγγελματικό περιβάλλον. Ήθελα ένα ποδόσφαιρο πιο… ευρωπαϊκό. Άλλαξαν κόουτς, ήρθε ο Πετρέσκου και ενώ μας ήξερε μόλις μία μέρα, φώναξε εμένα και τον Μισίμοβιτς στο γραφείο του και μας είπε «δεν μου αρέσουν οι Βαλκάνιοι». Σαν να έρχεται ένα καινούργιο αφεντικό στη δουλειά σου και να σου λέει «καλησπέρα, απολύεσαι». Για μένα αυτό δεν ήταν νορμάλ, μου έπεσε βαρύ. Ήταν ένας τελείως διαφορετικός τρόπος ζωής.
Ποια είναι η πιο what if στιγμή της καριέρας σου;
Ήμουν στην Μόσχα για να υπογράψω συμβόλαιο με την Ντιναμό και με παίρνει τηλέφωνο ο Ράκιτιτς, που τότε ήταν αρχηγός στη Σεβίλλη. Με ρωτάει «που είσαι;» και όταν του απάντησα «στην Μόσχα», μου λέει «για διακοπές;». Ήταν η περίοδος που ήταν σε εξέλιξη το Euro του 2012 στα γήπεδα της Πολωνίας και της Ουκρανίας. Του απαντώ, λοιπόν, ότι «όχι, είμαι εδώ για να υπογράψω στην Ντιναμό Μόσχας». Μου λέει τότε «μην κάνεις τίποτα, περίμενε. Ο προπονητής μου σε θέλει. Δώσε μου ελάχιστο χρόνο». Εγώ, εν τω μεταξύ ήμουν ήδη στο εστιατόριο για να υπογράψω. Δεν ήξερα τι να κάνω, διάβασα το συμβόλαιο από κάθε μεριά! Ρωτούσα συνεχώς. Έστειλα μήνυμα στον Ράκιτιτς και του έγραψα ότι μπορώ να του δώσω ακόμα 15 λεπτά. Τότε μου απάντησε πως, λογικά, την επόμενη μέρα θα μπορούσε να έχει περισσότερα γιατί ήταν αργά το βράδυ. Του απάντησα ότι δεν είχα άλλη επιλογή και ότι κέρδισα όσο χρόνο μπορούσα, αλλά έπρεπε πια να υπογράψω. Τελικώς, υπέγραψα και η Σεβίλλη πήρε τον Σπάχιτς. Είναι από τις πιο what if στιγμές της καριέρας μου. Δεν το μετανιώνω, όμως. Στην Μόσχα πέρασα όμορφα και απέκτησα φίλους που έχω κρατήσει μέχρι σήμερα.