Ο εκτός συγκλονιστικού απροόπτου νέος τεχνικός του Παναθηναϊκού είχε αναφερθεί πριν από μερικούς μήνες, σε εκδήλωση για τα 20 χρόνια χρόνια από την κατάκτηση του Champions League από την Λίβερπουλ στην Κωνσταντινούπολη στον Στίβεν Τζέραρντ.
«Με έχουν ρωτήσει τόσες φορές ποιος είναι ο καλύτερος παίκτης που έχω προπονήσει. Είχα τον Ρονάλντο, τον Ετό, τον Αζάρ, και πάντα λέω τον Στίβι Τζέραρντ.
Γιατί; Επειδή είχε τεράστιες δυνατότητες πάντα όταν το εξηγώ, λέω ότι ήταν καλός στο ψηλό παιχνίδι, είχε δύναμη, ταχύτητα και καλή τεχνική κατάρτιση. Ως ποδοσφαιριστής, ήταν ο καλύτερος που έχω προπονήσει, γιατί τα είχε όλα… ήταν ο πιο ολοκληρωμένος».
Από την πλευρά του ο Στίβεν Τζέραρντ παρότι θεωρείται ένας από τους σπουδαιότερους μέσους που ανέδειξε το αγγλικό ποδόσφαιρο, δεν δίστασε να παραδεχθεί ότι η πορεία του προς την κορυφή δεν ήταν εύκολη.
Ο προπονητής που, όπως ισχυρίζεται, τον βοήθησε να ωριμάσει ποδοσφαιρικά και να μετατραπεί από έναν παίκτη γεμάτο ενέργεια σε έναν ολοκληρωμένο ηγέτη μέσα στο γήπεδο, ήταν ο Ράφα Μπενίτεθ. Ο παλαίμαχος αρχηγός της Λίβερπουλ έχει μιλήσει αρκετές φορές με θαυμασμό για τον Ισπανό τεχνικό, τονίζοντας πως η καθοδήγησή του άλλαξε τον τρόπο που αντιλαμβανόταν το παιχνίδι και τον έκανε να βλέπει το ποδόσφαιρο «με τα μάτια του προπονητή».
«Νόμιζα ότι ήμουν ένας πραγματικά, πολύ καλός παίκτης όταν ήρθε ο Ράφα Μπενίτεθ, αλλά μάλλον δεν ήμουν. Εκείνος το κατάλαβε πολύ νωρίς και είδε πως χρειαζόμουν βελτίωση, ειδικά στη θέση, την πειθαρχία και το πότε να τρέχω μπροστά. Μου έμαθε να σκέφτομαι τι αφήνω πίσω μου όταν προωθούμαι. Κάποιες φορές πρέπει να το κάνεις, άλλες όχι. Κι αυτό είναι η ουσία του να έχεις κατανόηση του παιχνιδιού και να ξέρεις τον ρόλο σου στην ομάδα.
Ήμουν κάποιος γεμάτος ενέργεια, που ήθελα να κάνω τα πάντα: να μπω όσες περισσότερες φορές μπορώ στην περιοχή, να βγάλω σέντρες, να σουτάρω, να τρέχω παντού. Αλλά ο Ράφα με έκανε να καταλάβω ότι πρέπει να είμαι πιο ομαδικός παίκτης, πιο συνειδητοποιημένος στο παιχνίδι. Να ξέρω πού πρέπει να βρίσκομαι, να καταλαβαίνω την τακτική πλευρά του ποδοσφαίρου και τον τρόπο που παίζουμε ανάλογα με τον αντίπαλο.
Πίστευα ότι ήμουν εντάξει, ήμουν 23 χρονών τότε, σκόραρα, έπαιζα καλά, οι φίλαθλοι με αγαπούσαν. Αλλά το ποδόσφαιρο είναι θέμα επιπέδων, και εκείνος προσπαθούσε να με κάνει έναν από τους καλύτερους μέσους στην Ευρώπη. Δεν ήθελε να είμαι απλώς ένας καλός παίκτης στο πρωτάθλημα· ήθελε να με κάνει παίκτη κορυφαίας κλάσης. Και νομίζω ότι ένας τέτοιος παίκτης προσφέρει κάτι διαφορετικό στο παιχνίδι».



