Ως παίκτης, ήταν σταθερός, έξυπνος και αυτό που λένε τίμιος. Όχι φαντεζί, αλλά πάντα χρήσιμος. Με τον Σάκι στον πάγκο και τη Μίλαν σε μεγάλες εποχές, έμαθε από νωρίς τι σημαίνει πειθαρχία και ομαδικότητα. Κι όταν αποφάσισε να καθίσει ο ίδιος στους πάγκους, πήρε μαζί του το μάθημα: ότι πρώτα πρέπει να βλέπει τον άνθρωπο και μετά τον ποδοσφαιριστή.
Κάθε αρχή και δύσκολη
Ξεκίνησε την καριέρα του το 1995 με τη Ρετζίνα, αλλά το πραγματικό έναυσμα , δόθηκε στην Πάρμα. Εκείνο το νεανικό σύνολο με τους Μπουφόν, Κρεσπό, Τουράμ, Κιελίνι, Καναβάρο, ένα ρόστερ που έμοιαζε έτοιμο να ανατινάξει την Ιταλία. Αν και δεν πήρε τίτλους, έδειξε από νωρίς πως είχε τη στόφα του μεγάλου.
Ακολούθησε η Γιουβέντους, μια δύσκολη διετία (1999-2001), χωρίς το μεγάλο τρόπαιο, με το βάρος του να διαδέχεται τον Λίπι. Η πίεση και οι απαιτήσεις ήταν ασύλληπτες, αλλά ακόμα και τότε δεν έχασε την ψυχραιμία του. Και όπως θα αποδείκνυε η συνέχεια, ήταν απλώς θέμα χρόνου να έρθει η εκτόξευση.
Η πρώτη μεγάλη του επιτυχία ήρθε το 2003, όταν πήρε τη Μίλαν από το χέρινκαι την οδήγησε στην κορυφή της Ευρώπης. Τελικός Champions League στο Ολντ Τράφορντ, απέναντι στη Γιουβέντους. Ήταν ένας ιταλικός «εμφύλιος» γεμάτος ένταση, αλλά ο ίδιος έμεινε «ακίνητος», ψύχραιμος. Με πέναλτι, η Μίλαν κατέκτησε το τρόπαιο και ο Ιταλός τεχνικός ξεκίνησε τη δική του αυτοκρατορία.

Το 2005, βίωσε μία από τις πιο επώδυνες ήττες στην ιστορία των τελικών, ο λόγος για το 3-3 της Κωνσταντινούπολης εναντίον της Λίβερπουλ, που έκανε το απίθανο come back. Λίγοι θα το ξεπερνούσαν. Ο Καρλέτο όμως γύρισε, και δύο χρόνια μετά, στον τελικό της Αθήνας πήρε τη ρεβάνς από τους «Reds». Η εικόνα του Ινζάγκι να πανηγυρίζει και του ίδιου να σηκώνει το τρόπαιο με το κλασικό του μισό χαμόγελο στον ουρανό της Αθήνας, είναι χαρακτηριστική.
Μετά ήρθε το κάλεσμα από το Λονδίνο. Η Τσέλσι είχε ανάγκη από σταθερότητα, και ο Ιταλός την πρόσφερε απλόχερα. Στην πρώτη του σεζόν, κατέκτησε το νταμπλ με θεαματικό ποδόσφαιρο, και μάλιστα έγινε ο πρώτος προπονητής στην ιστορία της Premier League που πέρασε τα 100 γκολ σε μία σεζόν. Στο «Στάμφορντ Μπριτζ» άφησε την δική του σφραγίδα, ακόμη και αν η σχέση με τη διοίκηση δεν κράτησε πολύ.
Η Μαδρίτη του Don Carlo

Κάθε σταθμός του είχε και μια ξεχωριστή κατάκτηση. Με την Παρί πήρε το πρωτάθλημα Γαλλίας, με τη Μπάγερν το Supercup. Όμως τίποτα δεν συγκρίνεται με το κεφάλαιο Ρεάλ Μαδρίτης. Εκεί έγινε ο «Don Carlo» με όλη τη σημασία της λέξης.
Το 2014, χάρισε στη «Βασίλισσα» το La Décima, το δέκατο Champions League της ομάδας, που είχε καταντήσει σχεδόν εμμονή στον σύλλογο και τους φιλάθλους του. Με ένα γκολ του Σέρχιο Ράμος στο 93’ και μια παράταση βγαλμένη από τα όνειρα κάθε madridista, έγραψε ιστορία. Οι πανηγυρισμοί στο Λισαβόνα έμοιαζαν πιο έντονοι από ποτέ, αλλά εκείνος, πάλι, παρέμεινε ήρεμος. Γιατί ο Αντσελότι είναι ένας νικητής που ποτέ δεν χάνει τον έλεγχο.
Όταν επέστρεψε στη Ρεάλ το 2021, πολλοί τον θεώρησαν ξεπερασμένο και ξοφλημένο. Αντί για αυτό όμως, είδαν τον ορισμό της αναγέννησης. Η ομάδα του κατέκτησε την La Liga. Αλλά το αποκορύφωμα ήταν το Champions League το 2022 που το πήρε με τον πιο τρελό και απρόβλεπτο τρόπο, ανατρέποντας Παρί, Τσέλσι και Μάντσεστερ Σίτι, με φινάλε που έμοιαζαν βγαλμένα από σενάριο. Το μυστικό του; Η ψυχραιμία. Κι εκείνο το χαρακτηριστικό σηκωμένο φρύδι στις κρίσιμες στιγμές.
Το 2024 έγραψε ένα ακόμα κεφάλαιο στο βιβλίο των ρεκόρ. Έγινε ο πρώτος προπονητής με πέντε παρουσίες σε τελικό Champions League, κάτι που δεν έχει καταφέρει κανείς άλλος και μοιάζει αρκετά δύσκολο. Και το έκανε χωρίς ποτέ να εγκαταλείψει τη φιλοσοφία του, να είναι κοντά στους παίκτες του και όχι πάνω από αυτούς. Παράλληλα έδωσε ακόμη έναν τίτλο Champions League στην Βασίλισσα αφού νίκησε στον τελικό την Ντόρτμουντ.
Ο «Καρλίτο» είναι ο τύπος που ξέρει πότε να μιλήσει, αλλά κυρίως πότε να σωπάσει. Που καταλαβαίνει ότι ο ποδοσφαιριστής δεν είναι ρομπότ, αλλά άνθρωπος. Που προτιμά να πει ένα ανέκδοτο για να αποφορτίσει την ένταση, παρά να βάλει τις φωνές. Κι όμως, κερδίζει. Ξανά και ξανά. Και το κάνει με τρόπο που δεν σου γεμίζει το μάτι, αλλά στο τέλος της ημέρας έχει βάλει ακόμη ένα τρόπαιο, ένα κατόρθωμα στην συλλογή του.
Και τώρα, με τα γκρίζα μαλλιά, τα σήκωμα των φρυδιών και το χαρακτηριστικό του χαμόγελο, είναι ο πιο πετυχημένος προπονητής όλων των εποχών σε επίπεδο Champions League.
Το μεγάλο στοίχημα του Κάρλο

Απο τον περασμένο μήνα άφησε τον πάγκο της Ρεάλ και είναι ο ομοσπονδιακός προπονητής της Βραζιλίας και θέλει να κάνει κάτι μεγάλο, κάτι που πολλοί προσπάθησαν αλλά λύγισαν από το βάρος και την πίεση των απαιτήσεων. Να επαναφέρει την Σελεσάο στο πιο ψηλό σκαλί του παγκοσμίου ποδόσφαιρο. Να την χρήσει ξανά πρωταθλήτρια κόσμου.
Ήδη εδώ και λίγες ώρες η Βραζιλία είναι με κάθε επισημότητα στα τελικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου, αφού με τον ίδιο στον πάγκο έμεινε αήττητη στα πρώτα δύο παιχνίδια και πήρε την πρόκριση.
Το Μουντιάλ του 2026 είναι η ευκαιρία του και αν κάτι ξέρει καλά ο Καρλέτο, αυτό είναι να αρπάζει ευκαιρίες.
Το σίγουρο είναι πως η Βραζιλία θα έχει άλλον αέρα στα γήπεδα του Μεξικού, του Καναδά και της Αμερικής. Θα έχει την αύρα ένας gentleman και την υπομονή ενός πεισματάρη Ιταλού που δεν δέχεται την λέξη ήττα, τουλάχιστον όχι αμαχητί.