ΠΡΟΕΛΑΥΝΕΙ η Πάφος, ανέβηκε τρίτη η Ομόνοια, ΙΣΤΟΡΙΚΗ νίκη για Ομόνοια 29Μ
Με τρία ματς άνοιξε η αυλαία της 11ης αγωνιστικής του πρωταθλήματος.
Ακολουθήστε μας στο Google news
Στη γιγαντοοθόνη της οροφής στο Madison Square Garden εμφανίζεται ένα λευκό ψηλόλιγνο αγοράκι. Ξάφνου όλο το γήπεδο αρχίζει να γιουχάρει. Η μορφή στην εικόνα έχει εύκολα αναγνωριστεί. Είναι ο Αντρέα Μπαρνιάνι, ο οποίος έχει αποδοκιμαστεί και στα πρώτα του άστοχα σουτ στο παιχνίδι.
Δεν υπάρχει προηγούμενο αθλητή, μη Αμερικανού τουλάχιστον, που να έχει φάει τέτοιο κράξιμο στο ΝΒΑ. Από το απόλυτο πρότζεκτ στην απόλυτη (όχι καταξίωση, αλλά) απαξίωση. Δεν ήταν τόσο οι προσδοκίες, για κάποιον που άκουσε πρώτος το όνομά του στο ντραφτ. Έχουν υπάρξει και -πολύ- χειρότερα Νο.1 στην ετήσια διαδικασία.
Ήταν, πολύ περισσότερο, η στάση του. Το ράθυμο στυλάκι, η χαλαρή και στα όρια της αδιαφορίας αντιμετώπιση κάθε κατάστασης, η δουλειά που… δεν έριχνε για να βελτιώσει τις αδυναμίες του ή να τελειοποιήσει τα καλά του στοιχεία.
Ένας μπασκετμπολίστας 213 εκατοστών με μακρινό σουτ, σε εποχή ακόμη που ελάχιστοι ψηλοί δοκίμαζαν έστω και να σουτάρουν έξω από τα 4-5μ. Με αξιόλογη τεχνική, σωστό τάιμινγκ στο άλμα για να κόψει τον αντίπαλο, προοπτική να εξελιχθεί σε ελίτ rim protector. Μπα…
(Και) Booooooo!
Το soundtrack των αποδοκιμασιών που τον συνόδευε από ένα σημείο και μετά στη Βόρεια Αμερική. Στο Τορόντο και τη Νέα Υόρκη, στο πέρασμα και από το Μπρούκλιν. Έκανε και ματσάρες. Είχε και διαστήματα που έπαιξε αληθινά καλό μπάσκετ. Πραγματοποίησε εμφάνιση 41 πόντων, άλλες με πολλά τρίποντα και τάπες. Αν όμως πληκτρολογήσεις το όνομά του, τα πρώτα βιντεάκια που θα εμφανιστούν έχουν να κάνουν με γκάφες του εν ώρα αγώνα.
Έστω κι έτσι, είναι ένας παίκτης που συμπλήρωσε δεκαετία στην κορυφαία λίγκα του πλανήτη, αποχωρώντας με μέσο όρο 14.3 πόντων. Σύντομα, εξαιρετικά σύντομα, θα αποχωρούσε και από την ενεργό δράση. Στα 31 του. Και επί σειρά ετών θα εξαφανιζόταν από προσώπου γης, δίχως να αφήνει ίχνη ακόμα και στα social media.
Βέρος Ρωμαίος, γεννιέται στην πρωτεύουσα της Ιταλίας και δη στη περιοχή του Λατίου στις 26 Οκτωβρίου 1985. Όπως τα περισσότερα παιδιά, αρχικά θέλει να γίνει ποδοσφαιριστής. Γίνεται μπασκετμπολίστας. Και… όπως κανένας τέτοιος, πρέπει να γίνει σχεδόν ενήλικας και να αγωνιστεί σε μία από τις καλύτερες ομάδες της χώρας του, για να μάθει τι πάει να πει «ντραφτ». Για τέτοια πρεμούρα μιλάμε για το ΝΒΑ…
Η φαμίλια μετακομίζει στα έξι του στο Τρετσάνο Ρόζα. Προς βορράν, ανάμεσα στο Μιλάνο και το Μπέργκαμο. Γράφεται κι εκεί σε ομάδα μπάσκετ. Στην πρώτη του, στη Ρώμη, τον έχει πάει η μητέρα του, η Λουιζέλα. Παίκτρια παλιότερα σε ερασιτεχνικό επίπεδο. Ο αδερφός της και θείος του Αντρέα, ο Μάσιμο Μπαλντούτσι, επίσης παλιός μπασκετμπολίστας. Είχε φτάσει μέχρι την Περουτζίνα και τη Στέλα Ατζούρα.
Τη φανέλα της δεύτερης, ομάδας που διαχρονικά δουλεύει στις μικρές ηλικίες και συστήνει στο ευρύτερο κοινό μεγάλα ταλέντα, θα φορέσει και ο ανιψιός του. Ο εγγονός, αν θέλετε, της δισκοβόλου Μιρέλα. Έχει μεσολαβήσει η επιστροφή της οικογένειας στην ιταλική πρωτεύουσα, ο χωρισμός των γονέων, η σημαντική δουλειά που έχει ρίξει ο μικρός στη Sam Basket Roma με τον μέντορά του, Ρομπέρτο Καστελάνο.
Με τη Στέλα παίζει ως Άνδρας, αν και 16 ετών. Βάζει 13.2 πόντους, έστω και στην τέταρτη τη τάξει κατηγορία, τον “τσιμπάει” η ακμάζουσα ακόμη Μπένετον Τρεβίζο. Προπονητής της είναι κάποιος Έτορε Μεσίνα.
«Πολύ σκληρός κόουτς, ειδικά για έναν νεαρό. Όσο πιο πολύ τον ενδιαφέρεις τόσο πιο πολύ σε… σφάζει. Σε φτάνει στα όριά σου. Ευτυχώς, κάποια στιγμή το κατάλαβα».
Με τον «Έκτορα» ο Μπαρνιάνι κατακτά δύο Κύπελλα στις ισάριθμες πρώτες σεζόν του στο Palaverde. Με τεχνικό τον Ντέιβιντ Μπλατ και συμπαίκτες τον Νίκο Ζήση, τον Ντρου Νίκολας, τον Ραμούνας Σισκάουσκας κατακτά το 2006 το τελευταίο Πρωτάθλημα του συλλόγου.
Παράλληλα, ο φόργουορντ-σέντερ, ο οποίος έχει φτάσει πια τα 2.13μ., κάνει άλματα προόδου και σε επίπεδο Ευρωλίγκας. Δίπλα σε έναν Έλληνα και αρκετούς “Έλληνες”, βάσει θητείας στη δική μας Α1, φροντίζει και να πραγματοποιεί τις πιο σημαδιακές, τις καλύτερες, εμφανίσεις του απέναντι σε ελληνικούς συλλόγους.
Έχοντας πάρει την κρυάδα στο τοπ ευρωπαϊκό επίπεδο την προηγούμενη σεζόν, με οκτώ λεπτά συμμετοχής μέσο όρο, τον Μάρτιο του 2005 γίνεται πρώτη φορά διψήφιος. Βάζει 11 πόντους σε έναν περίπατο επί της ΑΕΚ του… Ζήση και ανεβαίνει στους 16 τον επόμενο Δεκέμβριο -σε μια ακόμα ευκολότερη επικράτηση επί του «Δικεφάλου», έχοντας πλέον στο πλάι του τον Έλληνα γκαρντ.
Προτού περάσει τρίμηνο, σπάει ξανά το ατομικό του ρεκόρ: 20άρα στο σκοράρισμα και 26 στο ranking σε νίκη και επί του Παναθηναϊκού των Διαμαντίδη και Σπανούλη. Λαμβάνει ιδιοχείρως από τον Άρβιντας Σαμπόνις το βραβείο Rising Star για τον καλύτερο νέο παίκτης της Ευρωλίγκας και, μετά την εγχώρια στέψη του, έχοντας ρίξει και 25άρα (σε 24’) στη Ρόμα, και ως ο κορυφαίος μπλοκέρ του Πρωταθλήματος, φεύγει για τις ΗΠΑ. Πλέον έχει μάθει τι είναι το ντραφτ…
Έχει ακριβώς το ίδιο ύψος με τον Νοβίτσκι. Έρχεται απευθείας από τη χώρα του, στα 20 του. Είναι seven-footer με τρίποντο. Δεν χρειάζονται πολύ περισσότερα για να πλασαριστεί ως ο «νέος Ντιρκ». Αχρείαστη είναι μάλλον μια ατάκα του Γερμανού πάουερ φόργουορντ. «Είναι καλύτερος από μένα, όταν είχα την ηλικία του. Όριο του Αντρέα είναι ο ουρανός». Κόψε κάτι…
Το hype του Ιταλιάνου σίγουρα φτάνει τον ουρανό. Επιλέγεται πρώτος-πρώτος το 2006, κι ας μη δείχνει ιδιαίτερο ενθουσιασμό. Την παραμονή του ντραφτ τον παίρνει τηλέφωνο ο Μπράιαν Κολάντζελο. Να τον ενημερώσει ότι οι Ράπτορς θα τον πάρουν στο Νο.1. «Thank you very much», η απόκριση από την άλλη πλευρά της γραμμής. Και το κλείνει ο νεαρός!
Οι μανατζαραίοι από δίπλα του του εξηγούν ότι θα μπορούσε να είναι πιο ομιλητικός. Να δείξει χαρούμενος. Του λένε ότι από αύριο θα είναι σούπερ σταρ, ότι θα πρέπει να το υποστηρίξει όλο αυτό και με τη συμπεριφορά του. Καλά…
Στο Τορόντο τέλος πάντων προσπερνούν τον ΛαΜάρκους Όλντριτζ και τον ντραφτάρουν. Τον είχαν μπανίσει από το 2003, όταν ο ανήλικος Μπαρνιάνι είχε βρεθεί στο Air Canada Center με την Μπένετον για ένα φιλικό. Είχε 13 πόντους, 5 ασίστ και 2 κοψίματα στην οριακή ήττα 86-83 από τη μέλλουσα ομάδα του. Το potential, που λένε και στον Καναδά, “φώναζε”. Η mentality του ατόμου θα αποκαλυπτόταν πολύ αργότερα…
Πρώτος Ευρωπαίος στο No.1, δεύτερο τέτοιο στην ιστορία δίχως πρότερη εμπειρία σε αμερικανικό κολέγιο ή χάι σκουλ, μετά τον Γιάο Μινγκ. Ξεκινάει κάτι παραπάνω από συμπαθητικά, στην πόλη όπου είχε προσγειωθεί το 1995 η καλτ φυσιογνωμία του Ιταλού σουτέρ, Βιντσέντζο Εσπόζιτο. Αν και αναπληρωματικός, βάζει 11.6 πόντους. Οι «Δεινόσαυροι» επιστρέφουν πέντε χρόνια μετά στα πλέι οφ, η πρώτη επίσκεψή του σε νοσοκομείο (από τις πολλές που θα ακολουθήσουν) δεν είναι ανησυχητική. Κρίσης σκωληκοειδίτιδας, άπαξ συμβαίνει.
Ο οργανισμός στον Καναδά έχει μεριμνήσει ώστε το πουλέν του να τα έχει όλα. Και όλους, κυριολεκτικά. Νέος Αντιπρόεδρος και Ασίσταντ Τζένεραλ Μάνατζερ ο Μαουρίτσιο Γκεραρντίνι. “Μεταγραφή” από την Μπένετον!
Ο GM Κολάντζελο, ο οποίος μέσα στα χρόνια θα επιμένει γαϊδουρινά στη χρησιμότητα του Μπαρνιάνι στην ομάδα, έχει φέρει από τη Μάλαγα και τον Ισπανό διεθνή, Χόρχε Γκαρμπαχόθα. Παλιό του συμπαίκτη στο Τρεβίζο. Απευθείας από κει έρχεται ένας ακόμα φόργουορντ-σέντερ, ο Ούρος Σλόκαρ. Από το Σαν Αντόνιο καταφτάνει ο επίσης Σλοβένος Ράσο Νεστέροβιτς, κουμάντο από το “1” κάνει ο Χοσέ Καλδερόν, από τη Μακάμπι αποκτάται ο πολυσύνθετος γκαρντ-φόργουορντ, Άντονι Πάρκερ.
Αντί να πρέπει να προσαρμοστεί ο Μπαρνιάνι στο ΝΒΑ, πρέπει να προσαρμοστούν οι Ράπτορς και ο Κρις Μπος στο… ευρωπαϊκό μπάσκετ που καλούνται να βγάλουν στο παρκέ. Παρεμπιπτόντως, ελαφρύ “τεσσαρο-πεντάρι” και ο ηγέτης της ομάδας. Αντί να βάλουν δίπλα του έναν βαρύ ψηλό, κάποιον καλό αμυντικό, οι «Δεινόσαυροι» πάνε κόντρα στο ρεύμα.
Ο Ιταλός δεν θα αποτινάξει ποτέ την ετικέτα του «soft» και θα αποδειχτεί κακός αμυντικός. Αδιαφορεί ακόμα και να κάνει μπλοκ άουτ, χάνεται στον χώρο, δεν γουστάρει να βάζει το ισχνό κορμί του στις μάχες της ρακέτας. Όλα αυτά σε εποχές που τα σκορ είναι μικρά. Που προτιμώνται ψηλοί… κανονικοί και όχι stretch.
Στη δεύτερη χρονιά του προάγεται σε βασικός. Τα νούμερά του όμως πέφτουν. Οι νίκες του συλλόγου λιγοστεύουν, η διάθεσή του για δουλειά μέσω ατομικών προπονήσεων εξαφανίζεται. Όταν κάποια στιγμή θα αποχωρήσει από τον Καναδά, το όνομά του δεν θα μπαίνει στην ίδια πρόταση με τον (Πρωταθλητή εν των μεταξύ στο Ντάλας) Ντιρκ αλλά με τον Ντάρκο. Τον Μίλιτσιτς. Το απόλυτο κάζο των Πίστονς στο δεύτερο πικ του 2003.
Εντάξει, δεν έκανε το απόλυτο… τίποτα σαν τον Σέρβο ψηλό ο Μπαρνιάνι. Ίσα-ίσα. Έχει μια τριετία κατά την οποία ανεβάζει πλέον σταθερά τα νούμερά του, φτάνοντας τους 21,4 πόντους το 2010-11. Νωρίτερα έχει καταγράψει και σεζόν με 41% στα τρίποντα. Η ευημερία δεν “περνάει” και στα αποτελέσματα του συνόλου, μα τέλος πάντων…
Από «Big Rook» στην πρώτη του χρονιά στο Τορόντο γίνεται ο «Bargs» των λιγοστών φίλων του. Βάζει κάποια κιλά, βάζει και την μπάλα κάτω, πηγαίνοντας και προς το καλάθι μετά από τις συχνές προσποιήσεις του. Βάζει 34 πόντους στους Πέισερς, κάνει νέο ατομικό ρεκόρ με 41 απέναντι στους Νικς, όταν πια έχει φύγει για Μαϊάμι ο Μπος. Κάθε φορά που σπάει μία ατομική του επίδοση, το Τορόντο ηττάται…
Δεν είναι εργατικός, αποδεικνύεται πάντως “εργαλείο”. Επί Μπος και με τον Ζερμέιν Ο’Νιλ να έχει προστεθεί στην εξίσωση, παίζει ακόμη και στο “3”. Δίχως αυτούς, γίνεται “5άρι”. Πάνε όμως μαζί σέντερ και αλλεργία στην επαφή;
Στην κουτσουρεμένη λόγω λοκ άουτ σεζόν 2011-2012 έχει ένα διάστημα 13 αγώνων κατά το οποίο βάζει 23.5 πόντους με 48% εντός παιδιάς (τρελό ποσοστό για τα… άστοχα στάνταρ του) και κατεβάζει 6.5 ριμπάουντ. Ναι, φαντάζουν λίγα για έναν τύπο 213 εκατοστών. Πολλά για αυτόν που είχε 4.6 στην καριέρα του και ποτέ περισσότερα από 6.3 σε μια αγωνιστική περίοδο.
Μέσα στο 2011-12, κατά σύμπτωση, παρατηρείται και στη Νέα Υόρκη το φαινόμενο «Linsanity». Ένας άγραφος Καλιφορνέζος από την Ταϊβάν, ονόματι Τζέρεμι Λιν, παίρνει φωτιά και αρχίζει να μοιράζει 30άρες. Για να περάσει σταδιακά και πάλι στην ανωνυμία…
Ο Μπαρνιάνι, ο οποίος δεν έχει έρθει από το πουθενά αλλά από το Νο.1 του ντραφτ, περνάει στη Νέα Υόρκη! Δεν έχει ξεχαστεί εκείνη η εμφάνιση-παγίδα των 41 πόντων και ένα ακόμα κάκιστο τρέιντ για τον ιστορικό οργανισμό ολοκληρώνεται το καλοκαίρι του 2013. Για τους Ράπτορς θα αποδειχθεί ευλογημένο.
Ο νέος τους Τζένεραλ Μάνατζερ, Μασάι Ουτζίρι, δίνει τα ηνία στους περιφερειακούς Κάιλ Λάουρι και ΝτεΜαρ ΝτεΡόζαν, με αποτέλεσμα από τον πάτο της Ανατολής να μετατραπούν σε πρωταγωνιστές της κάθε χρόνο. Ανάμεσα στα ανταλλάγματα για τον Ιταλό, ήταν το ντραφτ πικ πρώτου γύρου του 2016. Οι Καναδοί επέλεξαν τον Γιάκομπ Πελτλ. Το 2018 έστειλαν τον (όχι ταλαντούχο αλλά πολύ καλύτερο αμυντικό και δη ριμπάουντερ) Αυστριακό σέντερ στο Σαν Αντόνιο μαζί με τον ΝτεΡόζαν, παίρνοντας τους Κουάι Λέοναρντ και Ντάνι Γκριν.
Ναι, με αυτούς τους τελευταίους πήρε και το Πρωτάθλημα το 2019 το Τορόντο. Χάρη στο μεταγραφικό ντόμινο που ξεκίνησε με την παραχώρηση του Μπαρνιάνι στη Νέα Υόρκη…
Να ‘μαστε λοιπόν στο ακόμα πιο εχθρικό για δαύτον Garden. Να ξεκινά η μουρμούρα κυριολεκτικά από τα πρώτα του άστοχα σουτ στο ντεμπούτο του και να μετατρέπεται σύντομα σε κριτική σε κάποια Μέσα, η οποία φτάνει στα όρια του bullying. Δεν βοηθάνε οι προηγούμενες άστοχες επιλογές των διοικούντων τους Νικς. Δεν βοηθάει και ο ίδιος…
Δεν έχει συμπληρώσει δίμηνο ως Νικερμπόκερ και σε ένα ματς στο Μιλγουόκι κάνει το αδιανόητο. Η ομάδα του προηγείται 94-92, ο Καρμέλο Άντονι σουτάρει μπροστά στον ρούκι Γιάννη Αντετοκούνμπο. Αστοχεί, αλλά οι Νεοϋορκέζοι παίρνουν το επιθετικό ριμπάουντ. Η μπάλα στα χέρια του Μπαρνιάνι, στα 14’’ πριν το τέλος.
Όλος ο χρόνος δικός του. Κατά γενική κατάπληξη, σουτάρει. Τρίποντο. Και αστοχεί. Οι Μπακς ζητούν τάιμ άουτ, στον πάγκο των Νικς οι πάντες έχουν μείνει με ανοιχτό το στόμα και τραβάνε τα μαλλιά τους. «My bad», αρκείται να ψελλίσει ο ανέκφραστος Αντρέα. Λάθος του. Ένα ακόμα.
Εκείνο το ματσάκι πήγε στην παράταση εξαιτίας της γκάφας του, αλλά δεν χάθηκε. Χάνονται όμως οι χρονιές για τη Νέα Υόρκη. Στη δεύτερη του ψηλού εκεί, οι Νικς πατώνουν με 65 ήττες. Οι περισσότερες στην ιστορία τους.
Στο δεύτερο μισό της πρώτης, απουσιάζει, επειδή την είδε Τζόρνταν και σηκώθηκε να καρφώσει λίγο μετά τη γραμμή της βολής απέναντι στους Σίξερς. Συγκρούεται με δύο αντιπάλους, δεν φτάνει καν κοντά στη στεφάνη. Πέφτει άτσαλα και χτυπάει άσχημα την ωμοπλάτη του, η οποία του έχει κοστίσει δεκάδες χαμένους αγώνες και στο Τορόντο. Το σχετικό βιντεάκι με την υπερφιλόδοξη προσπάθειά του, η οποία καταλήγει σε τραυματισμό, επενδύεται με το κομμάτι του Ρ. Κέλι, «I believe I can fly». Τραγέλαφος…
Μετά αρχίζουν οι πόνοι στη γάμπα. Οι αποδοκιμασίες προς το πρόσωπό του δεν σταματούν ποτέ. Τακτικά, του ζητείται να αλλάζει στα μαρκαρίσματα και να κυνηγάει στη… σέντρα γοργοπόδαρους γκαρντ. Το προπονητικό πλάνο εκθέτει τις αδυναμίες του, εκτελεστικά πέφτει στο 28% από τα 7.25μ. Άνευρος. Ράθυμος.
Το παιδί που συστήθηκε με τα καρφάκια στο μαλλί και το baby face έχει πια μεγαλώσει. Μόνο ηλικιακά, όχι μπασκετικά. Δίνει την εντύπωση ότι δεν του καίγεται καρφάκι για το τι λέγεται. Καταλήγει στο γειτονικό Μπρούκλιν, παίζει λίγο, αποδεσμεύεται πριν το τέλος της περιόδου 2015-2016.
Στην Ευρώπη η μπογιά του περνάει ακόμη. Είναι “όνομα”. Τον προσεγγίζει ο Ολυμπιακός, μα ο Ρωμαίος ψηλός αρνείται πρόταση 130.000 δολαρίων για να κλείσει τη σεζόν στον Πειραιά. Υπογράφει το θέρος στην Μπασκόνια. Ούτε στη Βιτόρια ολοκληρώνει τη χρονιά. Ξεκινάει με μια 26άρα επί της Εφές, μένει εκεί… Επισκέπτεται το ΣΕΦ ως αντίπαλος και μένει στα δύο ποντάκια, έχει μέσο όρο κάτω από 9. Με το που αποκλείονται από την ευρωπαϊκή συνέχεια οι Βάσκοι, λύνει το συμβόλαιό του.
Αυτό ήταν. Τέλος διαδρομής, η οποία δεν ήταν όμορφη ούτε στα εθνικά της μονοπάτια. Εμφανίστηκε σε τρία (παταγωδώς αποτυχημένα για τους «Azzurri») Ευρωμπάσκετ, δεν πήγε ποτέ σε Παγκόσμιο ή Ολυμπιακούς Αγώνες. Κατέβηκε στο Προολυμπιακό του 2016 μέσα στο Τορίνο, τζίφος. Ήττα στον Τελικό από την Κροατία, με μόλις 4 πόντους και 3 ριμπάουντ του.
Στο εξής χάνεται από προσώπου γης. Για χρόνια. «Γιατί δεν είμαι ενεργός στα social media; Ξέχασα τα password», ενισχύει τον μύθο του αφηρημένου, όταν ερωτάται σχετικά, στην επανεμφάνισή του σε ένα καμπ. Στη χώρα του τον φώναζαν «il mago». Στις ΗΠΑ έγινε ανέκδοτο. Η αλήθεια, σε τέτοιες περιπτώσεις, είναι κάπου στη μέση.
Ένα αίνιγμα που δεν ερμηνεύτηκε ποτέ πλήρως.