Διάψευση ότι μετακομίζει Λευκωσία ο Γιάννου…
Κυκλοφόρησαν φήμες από χθες, σε διάφορα στέκια, ότι ο Παναγιώτης Γιάννου, μόλις εκδοθεί το τυπικό διαζύγιο του με την ΑΕΛ, την επόμενη μέρα θα πιάσει δουλειά σε άλλη ομάδα του νησιού…
Ακολουθήστε μας στο Google news
Οι λεγόμενοι «κανονισμοί κέρδους και βιωσιμότητας» (profit and sustainability regulations – PSR) που έχει εισάγει η Premier League στην καθημερινότητα των συλλόγων, μοιάζουν με «εφιάλτη». Η νέα πραγματικότητα αναγκάζει όλες τις ομάδες να συμμορφωθούν με συγκεκριμένη φιλοσοφία εσόδων – εξόδων, προκειμένου να διατηρηθεί μία ισορροπία.
Ισορροπία μεταξύ αυτών που αν τους δώσεις τη δυνατότητα, μπορούν να ξοδεύουν αλόγιστα και εκείνων που φύσει αλλά και θέσει είναι πιο «φειδωλοί». Σε πρώτη ανάγνωση, ακούγεται μάλλον δίκαιο.
Αναπόφευκτα, η οικονομική, μεταγραφική και λογιστική πολιτική των συλλόγων έχει προσαρμοστεί, λαμβάνοντας μέριμνα το πως πρέπει να διαχειριστούν τα ζητήματα αυτά, προκειμένου να παραμείνουν αγωνιστικές και να αποφεύγουν επικίνδυνους «σκοπέλους», σαν αυτόν στον οποίο έπεσε πάνω η Έβερτον.
Σύμφωνα με τον ειδικό σε οικονομικά του ποδοσφαίρου, Κίεραν Μαγκουάιρ, υπάρχουν πέντε τρόποι για να μπορέσει μία ομάδα να ξεφύγει από το Financial Fair Play, οι οποίες πλέον βρίσκουν ολοένα και πιο ευρεία εφαρμογή.
Η πώληση παικτών που προέρχονται από τις ακαδημίες ενός συλλόγου φαντάζει ως η πιο κερδοφόρα πολιτική, καθώς τα έσοδα από πιθανές πωλήσεις «φυτωρίων» υπολογίζεται ως καθαρά κέρδη (pure profit). Σε αντίθεση με τις (μετα)πωλήσεις ποδοσφαιριστών, όπου στο παρελθόν έχουν αποκτηθεί από κάποιον άλλο σύλλογο και μειώνουν το καθαρό κέρδος.
Η Τσέλσι είναι η ομάδα που τα πηγαίνει περίφημα στον συγκεκριμένο τομέα, καθώς ως καθαρά κέρδη συνυπολογίζονται οι πωλήσεις των Μέισον Μάουντ, Κάλουμ Χάντσον-Οντόι, Μπίλι Γκίλμουρ και Τάμι Έϊμπραχαμ.
Ένα άλλο πρόσφορο παράδειγμα, είναι η Άστον Βίλα. ΟΙ «χωριάτες» το περασμένο καλοκαίρι πούλησαν τους Κάμερον Άρτσι, Άαρον Ράμσεϊ, Τζέιντεν Φίλοτζιν και Κέρνεϊ Τσουκουεμέκα, όλοι τους «προϊόντα» των ακαδημιών της ομάδας. Τα «φυτώρια» απέδωσαν ένα καθαρό κέρδος της τάξης των 60 εκατομμυρίων ευρώ, ποσά τα οποία διατέθηκαν για την θερινή ενίσχυση της ομάδας με τα γνωστά φετινά αποτελέσματα!
Η συγκεκριμένη πρακτική πέρα από τα έσοδα, βοηθά και ποδοσφαιριστές, οι οποίοι μπορεί να προέρχονται από τις ακαδημίες μιας ομάδας αλλά δεν έχουν πολύ μεγάλο χρόνο συμμετοχής, σε αντίθεση με την ομάδα στην οποία μεταγράφονται.
Μία άλλη πρακτική που εμφανίζεται προσαρμοσμένη στις επιταγές του FFP είναι η αγορά ενός ποδοσφαιριστή, με την καταβολή του ποσού που απαιτείται για την αγορά του σε δόσεις. Κάτι τέτοιο είχε συμβεί με την αγορά του Τάμι Έϊμπραχαμ από τη Ρόμα, με τους «τζιαλορόσι» να αποπληρώνουν σε δόσεις το ποσό των 40 εκατομμυρίων ευρώ για την αγορά του Άγγλου επιθετικού.
Η «φόρμουλα» των δανεισμών δουλεύεται επίσης με μεγάλη συχνότητα στην εποχή του FFP. Πιο συγκεκριμένα, υπάρχουν δύο σχολές.
Δανεισμοί δίχως προϋπόθεση αγοράς και δανεισμοί με υποχρέωση αγοράς.
Σε ό,τι αφορά την πρώτη περίπτωση, όλες οι πλευρές κερδίζουν. Η ομάδα που δανείζει, αποκομίζει ένα όφελος δανεισμού και φυσικά δεν καταβάλλει τους μισθούς του ποδοσφαιριστή. Είναι επίσης πιθανό να «ξεφορτώνεται» και έναν προβληματικό χαρακτήρα. Η ομάδα που δανείζεται έχει την ευκαιρία να δοκιμάσει έναν παίκτη και να διαπιστώσει εάν μπορεί να προσφέρει. Μικρό το κόστος του δανεισμού και πιθανή η τοποθέτηση ρήτρας σε περίπτωση που η ομάδα επιθυμεί να κάνει κίνηση για τον ποδοσφαιριστή.
Η μετακίνηση του Σοφιάν Άμραμπατ από τη Φιορεντίνα στη Γιουνάιτεντ το περασμένο καλοκαίρι είναι μία κλασική περίπτωση δανεισμού χωρίς προϋπόθεση αγοράς, με τους «Κόκκινους Διαβόλους» να προσθέτουν στο δυναμικό τους έναν ποιοτικό ποδοσφαιριστή δίχως να «κοκκινίσουν» στο FFP.
Λίγο διαφορετικά τα πράγματα στην περίπτωση που μία ομάδα δανειστεί έναν ποδοσφαιριστή με υποχρέωση αγοράς από την ομάδα του. Η συγκεκριμένη πρακτική υπηρετεί ξεκάθαρα ένα στόχο. Να «μετακυλίσει» το κόστος της αγοράς του ποδοσφαιριστή σε δευτερεύοντα χρόνο.
Ο Λιούις Χολ της Νιούκαστλ είναι μία τέτοια περίπτωση. Ο παίκτης αυτή τη στιγμή τεχνικά ανήκει στην Τσέλσι. Ωστόσο, οι «ανθρακωρύχοι» είναι υποχρεωμένοι να ενεργοποιήσουν την οψιόν που υπάρχει στο συμβόλαιο του Άγγλου αριστερού οπισθοφύλακα για ένα ποσό που ξεπερνά τα 30 εκατομμύρια ευρώ, όπως «τιτίβισε» χθες (08/03) και ο έγκριτος Φαμπρίτσιο Ρομάνο.
Η κίνηση αυτή έρχεται να «δέσει» ακόμη περισσότερο τα χέρια της ομάδας του Έντι Χάου, καθώς οι «καρακάξες» θα πρέπει το προσεχές καλοκαίρι να ξεφορτωθούν αρκετούς παίκτες για να ανοίξουν χώρο, ένας γρίφος που πλέον μοιάζει δυσεπίλυτος.
Στη συζήτηση για έσοδα, έχει μπει και η μετακίνηση του Νταν Άσγουορθ από τη Νιούκαστλ στη Γιουνάιτεντ, με τους «ανθρακωρύχους» να αξιώνουν ένα ικανό ποσό για να τον αφήσουν να φύγει. Φημολογείται πως το «ταμπελάκι» που έχουν κρεμάσει στο λαιμό του έμπειρου αθλητικού διευθυντή αγγίζει τα 24 εκατομμύρια ευρώ!
Τέλος, ως μία ξεχωριστή κατηγορία, προβάλλει το υπόδειγμα που υπηρετεί πολύ καλά η Μπράιτον και επιχείρησε (με παραλλαγές του) με επιτυχία το περασμένο καλοκαίρι και η Τότεναμ υπό τον Άνγκε Ποστέκογλου. Αγορές παικτών με υψηλή προοπτική και μεταπωλητική αξία μετά από καλό «ψάξιμο» της αγοράς.
Η Μπράιτον ειδικεύεται σε αυτή την πολιτική. Η αγορά ποδοσφαιριστών από «ανεξερεύνητες» αγορές της Λατινικής Αμερικής, συνιστά ταυτοτικό στοιχείο της μεταγραφικής πολιτικής του συλλόγου από τη Νότια Αγγλία, με πρόσφατη προσθήκη τον Βαλεντίν Μπάρκο από την Μπόκα. Όπως εξηγεί, ο Μαγκουάιρ, «αυτή η πολιτική ενέχει ρίσκο καθώς για κάθε έναν Καϊσέδο και Ενσίσο, υπάρχουν δύο-τρεις παίκτες που έχουν αποκτηθεί και δεν πρόλαβαν καν να φτάσουν στο επίπεδο της πρώτης ομάδας».
Ένα ρίσκο που όμως αξίζει να πάρει η ομάδα, με δεδομένο πως ο Καϊσέδο έφερε στην Μπράιτον 133 εκατομμύρια ευρώ, γεμίζοντας τα θησαυροφυλάκια του συλλόγου με ζεστό χρήμα. Τελικά, ακόμη και στις απαιτητικές εποχές του FFP, χρειάζεται προσαρμογή, πλάνο και στρατηγική. Λέγεται πως το χρήμα φέρνει την ευτυχία, έτσι είναι. Στην περίπτωση της Premier League ωστόσο, η τελευταία τάση θέλει τις ομάδες να επιστρατεύουν και ικανούς λογιστές!
www.bnsports.gr