«Καλώς ήρθατε στην εποχή των διαρθρωτικών δαπανών», όπως αναφέρει το OriginalFootball. Οι συμφωνίες σήμερα αφορούν λιγότερο τα μετρητά και περισσότερο το τι μπορεί μία ομάδα να υποσχεθεί με την πάροδο του χρόνου.
Οι μεταγραφές πλέον είναι πολυετή χρηματοοικονομικά μέσα που κατανέμονται στην διάρκεια συμβολαίων, σε λογιστικά «παράθυρα» και σε δείκτες που βασίζονται στην απόδοση των παικτών.
Πώς οι σύλλογοι φαίνονται οικονομικά πειθαρχημένοι ενώ ξοδεύουν πολλά
Πάρτε για παράδειγμα το μεταγραφικό ξεφάντωμα της Τσέλσι για το 2022-23. Η ομάδα ξεπέρασε τα 600 εκατομμύρια λίρες σε δύο «παράθυρα» μεταγραφών, γεγονός που προκάλεσε πολλές συζητήσεις και εικασίες. Ωστόσο αυτές οι συμφωνίες αποσβέστηκαν σε επταετή ή οκταετή συμβόλαια, επιτρέποντας στην Τσέλσι να καταγράφει μόνο ένα κλάσμα από αυτές τις δαπάνες κάθε χρόνο στα βιβλία της.
Τι ισχύει για την συμφωνία των 60 εκατομμυρίων λιρών του Ματέους Κούνια με την Γιουνάιτεντ αυτό το καλοκαίρι και εκείνες που θα ακολουθήσουν; Η ίδια ακριβώς ιστορία. Δεν πρόκειται για ενιαίες πληρωμές. Βασίζονται σε μια μακροπρόθεσμη διάταξη, 20 εκατομμύρια λίρες τώρα, πρόσθετα 10 εκατομμύρια λίρες πιο μετά, 5 εκατομμύρια λίρες εάν ένας παίκτης φτάσει τις διεθνείς συμμετοχές, και ούτω καθεξής.
Αυτή η δομή επιτρέπει στους συλλόγους να φαίνονται οικονομικά πειθαρχημένοι, ενώ παράλληλα ξοδεύουν πολλά. Και έχει σημασία λόγω του Κανόνα Κόστους Ρόστερ της UEFA, που ξεκίνησε να εφαρμόζεται το 2023, ο οποίος περιορίζει τις συνολικές δαπάνες για μισθούς, μεταγραφές και αμοιβές των ατζέντηδων στο 70% των εσόδων. Με τη σταδιακή καταβολή πληρωμών, οι σύλλογοι μειώνουν το ετήσιο βάρος, διευκολύνοντας τις ομάδες να παραμένουν εντός των κανόνων, τουλάχιστον στα χαρτιά.
Αλλά δεν πρόκειται μόνο για απόσβεση. Οι σύλλογοι έχουν επίσης γίνει ειδικοί στη χειραγώγηση των μισθολογικών δομών, στην εκποίηση παικτών μέσω «δημιουργικών» δανείων και στη εμφάνιση «phantom revenue» (επενδυτικά κέρδη που δεν έχουν ακόμα λάβει οι ομάδες αλλά μπορούν να τα επανατοποθετήσουν) μέσω χορηγιών συνδεδεμένων μερών ή εσωτερικές αποτιμήσεις περιουσιακών στοιχείων. Πρόκειται για «οικονομικούς ελιγμούς». Η Τσέλσι πούλησε ακόμη και την γυναικεία ομάδα της στον εαυτό της.
Το πρόσφατο καλοκαίρι της Μάντσεστερ Σίτι το καταδεικνύει τέλεια. Σύμφωνα με πληροφορίες, έχει ήδη ξοδέψει πάνω από 100 εκατομμύρια λίρες, αλλά οι καθαρές τους δαπάνες φαίνονται πολύ πιο μέτριες χάρη στις εξερχόμενες πωλήσεις, τις κλιμακωτές αμοιβές και μερικά έξυπνα δάνεια.
Η αύξηση του δανεισμού παικτών διατηρώντας το δικαίωμα αγοράς είναι επίσης καθοριστική. Σύλλογοι όπως η Ίντερ και η Ρόμα έχουν χτίσει ομάδες με αυτόν τον τρόπο. Αντί να δεσμευτούν για μια μόνιμη συμφωνία, εξασφαλίζουν έναν παίκτη με δανεισμό, με υποχρέωση αγοράς που ενεργοποιείται ανάλογα τον αριθμό εμφανίσεων, τις επιτυχίες προκρίσεων ή ακόμα και τις χρονικές ρήτρες. Αυτό κατανέμει το κόστος, καθυστερεί το λογιστικό «πλήγμα» και εξασφαλίζει χώρο εντός των ορίων FFP και PSR.
Και μετά υπάρχει η σιωπηλή πραγματικότητα: κανείς δεν θέλει να δοκιμάσει τον άλλον για να διαπιστώσει εάν μπλοφάρει ή όχι. Τα κυβερνητικά όργανα μιλούν σκληρά, αλλά οι πραγματικές τιμωρίες είναι σπάνιες. Οι σύλλογοι στοιχηματίζουν στο ότι οι ρυθμιστικές αρχές είναι αργές, ασυνεπείς ή πρόθυμες να διαπραγματευτούν. Μέχρι να αφαιρεθούν πόντοι ή να αποκλειστεί κάποιος πραγματικός χρηματοοικονομικός γίγαντας του ποδοσφαίρου, αυτός ο κύκλος θεωρητικής συγκράτησης και «πρακτικής σπατάλης» θα συνεχιστεί.
Το οικοσύστημα γύρω από την αγορά έχει επίσης ωριμάσει. Οι αθλητικοί διευθυντές λειτουργούν πλέον περισσότερο σαν υπεύθυνοι στρατηγικής οικονομικής παρά σαν κυνηγοί ταλέντων. Οι ατζέντηδες προωθούν τους παίκτες όχι μόνο με βίντεο με τις καλύτερες στιγμές, αλλά και με σχέδια δημιουργίας εσόδων, γραφήματα εμπλοκής στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και προβλεπόμενη αξία μεταπώλησης. Είναι μια αγορά περιουσιακών στοιχείων, όχι αθλητών.
Τίποτα από αυτά δεν σημαίνει ότι οι σύλλογοι δεν βρίσκονται υπό πίεση. Οι επεκτάσεις των σταδίων, οι αυξανόμενοι μισθοί και οι εξαγορές συμβολαίων επιβαρύνουν το μοντέλο. Αλλά αυτό που βλέπουμε δεν είναι το τέλος της εποχής των υψηλών δαπανών, είναι μια μετατόπιση στον τρόπο με τον οποίο δικαιολογούνται, επεξεργάζονται και αναφέρονται αυτές οι δαπάνες.
Υπάρχουν ακόμα πολλά χρήματα στο ποδόσφαιρο. Απλώς είναι κρυμμένα κάτω από επίπεδα λογιστικής και «ξεκλειδώνουν» με έξυπνη δομή και διαμορφώνονται από την πίεση των οπαδών, των χορηγών και των μέσων ενημέρωσης. Οι σύλλογοι δεν έχουν την πολυτέλεια να μείνουν πίσω στο γήπεδο, ακόμα κι αν περπατούν σε ένα τεντωμένο οικονομικό σχοινί στο παρασκήνιο.
insider.gr