Ο Πάμπλο «κλείδωσε» τη λίστα - Ισοπαλία (;) Κύπριοι-Ισπανοί
Η τελευταία... εκκρεμότητα έκλεισε με τον Πάμπλο Γκαρσία να αναλαμβάνει την τεχνική ηγεσία του ΑΠΟΕΛ.
Ακολουθήστε μας στο Google news
Η παρακαταθήκη του Χουάν Πάμπλο Σορίν δεν μετριέται σε τρόπαια ή στατιστικά. Μετριέται στα βλέμματα των φιλάθλων, στις αντιδράσεις των συμπαικτών, στην ενέργεια που μετέφερε όπου κι αν αγωνίστηκε και στα φοβισμένα βλέμματα των αντιπάλων όταν πήγαινε πάνω στην μπάλα.
Γεννήθηκε στις 5 Μαΐου 1976 στο Μπουένος Άιρες και από μικρός έδειξε ότι ήταν κάτι παραπάνω από ένας συνηθισμένος αριστερός μπακ. Ξεκίνησε την επαγγελματική του πορεία με τη Ρίβερ Πλέιτ το 1995 και αμέσως άφησε το αποτύπωμά του, συμβάλλοντας στην κατάκτηση του Copa Libertadores (1996) και τριών πρωταθλημάτων Αργεντινής.
Με αστείρευτες αντοχές, ικανότητα στο επιθετικό παιχνίδι και ηγετική παρουσία, ο Σορίν έγινε γρήγορα αγαπητός από το κοινό και ανεκτίμητος για τους προπονητές του.
Το ευρωπαϊκό του ταξίδι ξεκίνησε με τη μεταγραφή του στη Γιουβέντους (1995–96), όπου όμως δεν βρήκε ρόλο και επέστρεψε στη Ρίβερ για να ανασυνταχθεί. Ακολούθησε σύντομο πέρασμα από τη Λάτσιο, επίσης χωρίς ουσιαστικό αντίκρισμα. Τα πρώτα του βήματα στη Γηραιά Ήπειρο ήταν άτονα, αλλά ο Σορίν δεν είχε πει την τελευταία του λέξη.
Το 2002 πήγε στην Μπαρτσελόνα, σε μια περίοδο αστάθειας για τους «μπλαουγκράνα». Αν και αγωνίστηκε σε 15 αγώνες και σκόραρε μία φορά, δεν κατάφερε να καθιερωθεί. Μετακόμισε στην Παρί Σεν Ζερμέν, όπου η παρουσία του ήταν πιο ουσιαστική, βοηθώντας την ομάδα να βρει ισορροπία τόσο στην άμυνα όσο και στη μετάβαση προς την επίθεση.
Η πιο παραγωγική του περίοδος στην Ευρώπη ήρθε στην Ισπανία, με τη φανέλα της Βιγιαρεάλ. Από το 2004 έως το 2006, αποτέλεσε βασικό στέλεχος της ομάδας του Μανουέλ Πελεγκρίνι, συμβάλλοντας καταλυτικά στην ιστορική πορεία έως τα ημιτελικά του Champions League το 2006.
Ο Σορίν δεν ήταν απλώς ένας ακραίος αμυντικός – ήταν η ψυχή της ομάδας. Είχε ρόλο αρχηγού χωρίς να φορά απαραίτητα το περιβραχιόνιο. Οι εμφανίσεις του εκείνη τη διετία ήταν από τις κορυφαίες στην καριέρα του.
Μετά τη Βιγιαρεάλ, αγωνίστηκε στη Μπόλτον και την Αμβούργο, χωρίς όμως να καταφέρει να διακριθεί λόγω τραυματισμών. Το 2009, σε ηλικία 33 ετών, ανακοίνωσε την αποχώρησή του από την ενεργό δράση, έχοντας αφήσει πίσω του μια έντονα συναισθηματική καριέρα.
Ο Σορίν ήταν ο απόλυτος εκφραστής της μαχητικότητας στην εθνική Αργεντινής. Αγωνίστηκε σε δύο Μουντιάλ (2002, 2006) και σε δύο Κόπα Αμέρικα, ενώ φόρεσε το περιβραχιόνιο ως αρχηγός στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Γερμανίας το 2006.
Σε 76 συμμετοχές με την Αλμπισελέστε, πέτυχε 11 γκολ – αξιοσημείωτο για παίκτη της θέσης του – και αποτέλεσε ηγετική φυσιογνωμία σε μια γενιά με παίκτες όπως οι Ρικέλμε, Αϊμάρ, Τέβες και Μέσι.
Ο Σορίν δεν χάθηκε μετά το ποδόσφαιρο. Αντίθετα, ξεχώρισε ως δημοσιογράφος, συγγραφέας και παρουσιαστής. Συμμετείχε σε κοινωνικά projects, προώθησε την ισότητα, τη μόρφωση και την ανθρωπιά, ενώ παραμένει ενεργός ως αναλυτής και δημιουργός περιεχομένου.
Η παρακαταθήκη του Χουάν Πάμπλο Σορίν δεν μετριέται σε τρόπαια ή στατιστικά. Μετριέται στα βλέμματα των φιλάθλων, στις αντιδράσεις των συμπαικτών, στην ενέργεια που μετέφερε όπου κι αν αγωνίστηκε. Ήταν το παράδειγμα του ποδοσφαιριστή που δεν σταματούσε να παλεύει, που μιλούσε με πράξεις και που δίδαξε τι σημαίνει να υπηρετείς μια φανέλα, ένα σύνολο, ένα ιδανικό.
sdna.gr