ΑΠΟΛΟΓΙΕΣ και ΤΕΛΟΣ επίσημα ο Πουρσαϊτίδης - Η ανακοίνωση
Η ανσκοίνωση της Νέας Σαλαμίνας.
Ακολουθήστε μας στο Google news
«Θέμα αρχών και αντίληψης, ποδοσφαίρου και ζωής». Πάντα έτσι την απέρριπτε. Ο… γαλαζοαίματος κυνισμός δόξας της άσπονδης συμπολίτισσας ποτέ δεν τον συγκίνησε· γοητεύτηκε από την ασαφή προέλευση του πάθους, που δεν δικαιολογούσε, σε πρώτο χρόνο, την τρέλα των οπαδών για το… φτωχαδάκι της πρωτεύουσας. Αλλά αυτό είναι ίσως και η ουσία της αφοσίωσης, μια πτυχή της έστω: το αναιτιολόγητο συναίσθημα αγάπης, εκτός από την ανιδιοτέλεια αυτής.
Θέμα χρόνου η μεταγραφή και το όνειρο για κάτι καλύτερο, διαφορετικό, μεγαλύτερο. Η Ατλέτικο Μαδρίτης των καιρών εκείνων, κακά τα ψέματα, ήταν «λίγη» για τον Φερνάντο Τόρες. Δεν τον χωρούσε. Με τις ευλογίες όλων, το κατευόδιο λαμβάνει χώρα το καλοκαίρι του 2007 και η «Ατλέτι» (του) τον αποχαιρετά, όπως οι γονείς το παιδί, όταν εκείνο ανοίγει τα φτερά του και φεύγει από το σπίτι. Μα, αυτό δεν υπήρξε, άλλωστε, για εκείνη; Ο «μικρός» της, που τα έκανε όλα γρήγορα μαζί της, έγινε ήδη από τα 17 αρχηγός της, στο μεταίχμιο της εφηβείας, και πλέον ονειρεύεται δικαιωματικά την διεθνή υστεροφημία.
Τα 38 εκατομμύρια τότε συνιστούν ρεκόρ ιστορίας για τη Λίβερπουλ, οι συμπατριώτες Ράφα Μπενίτεθ, coach, και Εντουάρντο Μαθία, τεχνικός διευθυντής, (λίγα χρόνια μετά εργάστηκε στον Ολυμπιακό) τον θέλουν τρελά και η κρίση τους δεν λαθεύει: ο «el niño» μεγαλώνει ποδοσφαιρικά και μεγαλουργεί, γενόμενος ο κορυφαίος επιθετικός στο Νησί για την τριετία «φωτιά» 2007-2010, με 81 γκολ και 19 ασίστ σε 142 συμμετοχές. Ο ορισμός της «φανέλας με το 9».
Δεν τη διάλεξε τυχαία. Δεν γνωρίζουμε κατά πόσο και αν ο ίδιος το ήξερε, ή αν το πληροφορήθηκε, όμως η επιλογή φαίνεται καρμική: Αγαπήθηκε, όχι μόνο γιατί τα «έβαζε», αλλά και γιατί – κυρίως αρχικά– ταίριαξε ιδεολογικά μαζί της. Ναι, χωρίς εισαγωγικά ο προσδιορισμός. Είναι αιτιολόγηση απολύτως κυριολεκτική. Παρόμοιο πάθος στο Μερσεισάιντ, ίδια ανομβρία στην τροπαιοθήκη, κοινή απροσδιόριστη αφοσίωση στην κερκίδα κατευθείαν βγαλμένη απ΄ την καρδιά.
Λέγεται πως την πρόδωσε. Ναι, αλλά και όχι. Σε μια σχέση φταίνε, άλλωστε, δύο. Αντίφαση πρώτη: εκείνος μεν την άφησε, αλλά κι η ίδια δεν στάθηκε στο ύψος των προσδοκιών του. Από τη μία το μεγάλο παιδικό όνειρο του «μικρού», από την άλλη η αποχώρηση (και η μη αντικατάσταση) των – άτιτλων μονίμως και προ του ερχομού του – εγγυητών της ποιότητας και της επίτευξης της φιλοδοξίας για τη διεκδίκηση τροπαίων. Η μοίρα, ωστόσο, ύφανε το ριζικό του με τρόπο τέτοιο ώστε να… υποκύψει. Ή μάλλον να διαλέξει, να την απαρνηθεί.
Το όνειρο γεμίζει με φλόγα την καρδιά, αν μείνει, όμως, ανεκπλήρωτο γίνεται πυρκαγιά στην ψυχή και μαράζι. Διακρίνοντας επαγγελματικό αδιέξοδο και στο βάθος του απωθημένο ζωής, απαρνιέται το κατακόκκινο της Λίβερπουλ και μετακομίζει βορειότερα, στο Λονδίνο, αφού το σκούρο μπλε της Τσέλσι του υπόσχεται ό,τι του αρνήθηκαν με τη στάση τους στο Μερσεισάιντ: διασυλλογικούς τίτλους – έως τότε δεν είχε κανέναν, παρά μόνο αυτόν του προβιβασμού από τη Segunda Division το 2002. Αντίφαση δεύτερη: ο ίδιος την περίοδο εκείνη έχει τα πάντα και… τίποτα. Ονοματεπώνυμο στα κιτάπια γραμμένο ανεξίτηλα με βαθύ κόκκινο χρώμα, σαν τη φανέλα της πατρίδας. Τυχαίο; Ποιος ξέρει… Μόλις ένα εξάμηνο πριν κατακτούσε τον κόσμο στην άλλη άκρη της Γης (αν και δεν σκόραρε, υπήρξε καταλυτικό βασικό στέλεχος), ενώ ήδη πριν από δύο καλοκαίρια η Ευρώπη γινόταν μάρτυρας της γέννησης του κορυφαίου φορ της και μιας δυναστείας που όρισε μια εποχή – ίσως να μην σκόραρε ποτέ, έτσι όπως το έκανε, αν δεν έφευγε από την πρώτη του αγάπη μόλις ένα χρόνο νωρίτερα.
Πένήντα εκατομμύρια ευρώ. Σαν τα τριάκοντα αργύρια του Ιούδα. Για τόσα μετακόμισε σαν χθες το 2011 στο «Στάμφορντ Μπριτζ» και πέρασε άλλα τρεισήμισι χρόνια (Ιανουάριος 2011 – Αύγουστος 2014), τελείως διαφορετικά όμως απ’ ότι στο άλλοτε σπίτι του. Η διάκριση είναι σκληρή, αλλά αναπόφευκτη: ο Φερνάντο της Λίβερπουλ και ο Τόρες της Τσέλσι είναι δύο ξεχωριστά πρόσωπα. Από αγαπημένο παιδί, στυγνός κυνηγός διακρίσεων στη συνείδηση του κόσμου και από ηγέτης, αδιαπραγμάτευτη persona non grata. Οι αριθμοί λένε την αλήθεια για τη σκληρή πραγματικότητα - την προκάλεσε ο ίδιος: 172 εμφανίσεις, 45 γκολ, 29 ασίστ και 10… εβδομάδες. Τόσο χρειάστηκε να περιμένει για να πανηγυρίσει, από το ντεμπούτο των 66' στις 6 Φεβρουαρίου και την εκτός έδρας ήττα κόντρα στη… Λίβερπουλ (!), μέχρι και την 23η Απριλίου και το δεύτερο γκολ στο τελικό 3-0, εναντίον της Γουέστ Χαμ. Μέχρι τότε, έχανε τα άχαστα και ήταν σκιά του επιβλητικού εαυτού του, που μόλις δυο μήνες πριν κυριαρχούσε.
Εν τέλει, κέρδισε. Σ΄ έναν ίσως υπερβολικό συσχετισμό, σαν άλλος Φάουστ, η δοκιμασία των 76 εκείνων ημερών, δεν είναι απλώς μετάβαση – σαφώς όχι προσαρμογή. Εκλαμβάνεται ως κάτι ανώτερο. Σαν «αντάλλαγμα», η θυσία για την επίτευξη του δικού του ονείρου: για να βρεθεί χαμογελαστός επιτέλους στις απονομές, «έπρεπε» να πουλήσει την αγωνιστική του ψυχή, λες και ήταν γραφτό του σαν αλλάξει ιδεολογικό στρατόπεδο να απωλέσει και το βεληνεκές του. Μέχρι τη δικαίωση και την κάποια ανάκτηση του ονόματος και της υστεροφημίας του – ίδιος, ούτως ή άλλως, δεν θα είναι ποτέ ξανά.
Εκ του αποτελέσματος δικαιώθηκε και μάλιστα πανηγυρικά, βάσει συνεισφοράς: τα ευρωπαϊκά δισκοπότηρα των δύο ακόλουθων ετών, μετά την άφιξή του, γράφουν το όνομά του (Champions League 2012 και Europa League 2013)· το στέμμα του πρωταθλήματος δεν θα το φορέσει ποτέ, «συμβιβαζόμενος» μ’ ένα FA Cup την πρώτη ολόκληρη χρονιά του (2012). Το γκολ στο «Καμπ Νου» και το κόρνερ ισοφάρισης με την κεφαλιά - δυναμίτη του MVP τότε Ντιντιέ Ντρογκμπά που κερδίζει στον τελικό του Μονάχου, η μεγαλύτερη παρακαταθήκη του.
?️ IT'S @Torres TO GIVE CHELSEA A PLACE IN THE CHAMPIONS LEAGUE FINAL pic.twitter.com/NgvCzARI89
— Chelsea FC USA (@ChelseaFCinUSA) April 24, 2019
Εκείνο το βασανιστικό, μονίμως αναπάντητο what if των ανεκπλήρωτων ονείρων τελικά απαντήθηκε. Αλλά πριν απ’ αυτό, κόστισε. Το έζησε στο έπακρο, έτσι ακραία ήταν και τα συναισθήματα που προκάλεσε: αποθέωση, μίσος, χλεύη, αναγέννηση και στο τέλος δικαίωση κατά την αυλαία της διαδρομής στο Νησί. Ούτε εκεί βρήκε τη Γη της Επαγγελίας για ένα πρωτάθλημα που δεν θα κατακτήσει ποτέ με κανέναν, αλλά αναντίρρητα σ’ αυτό λατρεύτηκε και μισήθηκε όσο λίγοι. Όπως όλοι αυτοί που επιλέγουν με την καρδιά, γίνονται σύμβολα και αποκαθηλώνονται όταν αποφασίζουν με το μυαλό. Ο «Νάντο» τα έκανε και τα δύο.
Τουλάχιστον, κάποιοι τον περίμεναν πάντα, μόνο με αγάπη και χειροκρότημα, σαν τον άσωτο, πάντοτε όμως αγαπημένο υιό, ώστε να μοιραστούν ξανά από κοντά εκείνο το απροσδιόριστης προέλευσης συναίσθημα αγάπης. Επέστρεψε στο πρώτο του «σπίτι», πήρε ένα ακόμη Europa League (2018) και πέρασε στην ιστορία...
bnsports.gr