Δυο οι παραιτήσεις στην ΑΕΛ
Μετά την έλευση Μαρίνου Σατσιά στην ΑΕΛ δύο άτομα του Διοικητικού Συμβουλίου παραιτήθηκαν.
Ακολουθήστε μας στο Google news
Το φως της δημοσιότητας είδαν τα πρώτα ονόματα που θα συμπεριληφθούν στην κλάση του 2022, από το «Naismith Memorial Basketball Hall of Fame». Σε αυτά δεσπόζει το όνομα του καλύτερου Αργεντινού μπασκετμπολίστα της ιστορίας και θρύλου των Σαν Αντόνιο Σπερς, Μανού Τζινόμπιλι. Με αφορμή την ύψιστη τιμή που θα λάβει ο σπουδαίος Μανού και την είσοδό του στο κλαμπ των αστέρων, που αποτελεί επιστέγασμα μιας απίστευτης καριέρας και ολοκλήρωση του «Αμερικανικού του ονείρου», το BN Sports θα τον… επαναφέρει για λίγο στην «από ‘δω» όχθη του Ατλαντικού…
Συγκεκριμένα, σχεδόν 22 χρόνια πριν, όταν ο Τζινόμπιλι ήταν ακόμα «γήινος» και έκανε τα πρώτα του βήματα στο μπάσκετ με τη φανέλα της Ιταλικής Ρέτζιο Καλάμπρια, είχε λάβει χώρα ένα από τα μεγαλύτερα «what if» της ιστορίας του Ολυμπιακού και του ελληνικού μπάσκετ. Οι ερυθρόλευκοι επί διοίκησης Σωκράτη Κόκκαλη και με κόουτς τον Ηλία Ζούρο, είχαν μόλις αποκτήσει τον σπουδαίο σέντερ Ντίνο Ράτζα και «σκάναραν» την αγορά για έναν γκαρντ με έφεση στο σκορ και τη δημιουργία.
Στο «μάτι» του Ζούρου και του τότε γενικού διευθυντή της ομάδας (και νυν της Αρμάνι Μιλάνο), Χρήστου Σταυρόπουλου, είχε μπει ένας αριστερόχειρας πιτσιρικάς που στα δύο χρόνια του στην Ιταλία (τον πρώτο χρόνο στη Β’ κατηγορία), είχε προλάβει να «μαγέψει» την μπασκετική Ευρώπη, μετρώντας 17 πόντους μ.ο. Τη 2η χρονιά μάλιστα οδήγησε την ομάδα του στα πλέι-οφ (8η θέση), στα οποία μέτρησε 21 πόντους και έβγαλε το… λάδι της Κίντερ Μπολόνια (σημερινή Βίρτους) μέχρι να αποκλειστεί τελικά στο 5ο ματς.
Ο Ολυμπιακός λοιπόν ήταν έτοιμος να υπογράψει το ανερχόμενο αστέρι με καταγωγή από την Αργεντινή, καθώς τα είχε βρει σε όλα, τόσο με την Ρέτζιο Καλάμπρια, όσο και με τον ίδιο τον παίκτη. Τότε όμως εμφανίστηκε ξαφνικά στο «κάδρο» η Κίντερ Μπολόνια του Έτορε Μεσίνα, που είχε… βιώσει από πρώτο χέρι το ταλέντο του «Τζίνο». Οι Ιταλοί, που ένα χρόνο μετά στέφθηκαν πρωταθλητές Ευρώπης (στην 1η Euroleague της ιστορίας), δεν είχαν καταφέρει να πείσουν τον πρώτο τους στόχο για την περιφέρεια, Αντρέα Μενεγκίν και στράφηκαν στον «θαυματουργό» Αργεντινό.
Η πρότασή τους είχε παρόμοια οικονομικά και χρονικά δεδομένα με εκείνη του Ολυμπιακού, με μία όμως μικρή αλλά διόλου ασήμαντη διαφορά… Το χιλιοειπωμένο πλέον NBA-out, τη ρήτρα δηλαδή για την αποδέσμευση ενός παίκτη σε περίπτωση που ενδιαφερθεί για αυτόν κάποια ομάδα του «μαγικού κόσμου». Οι Ιταλοί πόνταραν στο κίνητρο του Μανού να βρεθεί στην κορυφαία «Λίγκα» του πλανήτη (ίσως να «υποτίμησαν» λίγο και το μέγεθος του ταλέντου του, μην περιμένοντας το τι θα επακολουθούσε) και έβαλαν στους όρους του συμβολαίου, «NBA buy-out», στα 500.000 δολάρια. Στο συμβόλαιο που είχε συμφωνήσει με τον Ολυμπιακό, το ποσό αυτό βρισκόταν στα 750.000 δολάρια…
Ο Τζινόμπιλι, όντας «Κύριος» από μικρός, γνωστοποίησε στην ερυθρόλευκη διοίκηση την πρόταση που είχε δεχθεί, λέγοντας μάλιστα ότι προτιμάει να έρθει στη χώρα μας όπως εξ’ αρχής είχε συμφωνήσει(!), αρκεί να γινόταν η αντίστοιχη μείωση του εν λόγω ποσού κατά 250.000 δολάρια, «ματσάροντας» αυτή της Κίντερ, καθώς το όνειρό του ήταν να αγωνιστεί στην Αμερική. Η διοίκηση Κόκκαλη, δεν δέχθηκε αυτή την αλλαγή στους όρους της συμφωνίας, φοβούμενη ότι θα χάσει τον παίκτη πιο «φθηνά» από ότι υπολόγιζε και στράφηκε στην περίπτωση επιστροφής του 35αρη τότε Ντέιβιντ Ρίβερς. Κάπως έτσι το… τραίνο Τζινόμπιλι πέρασε αλλά δεν έκανε στάση ποτέ στο λιμάνι του Πειραιά.
Η συνέχεια λίγο-πολύ είναι γνωστή, με τον Τζινόμπιλι να φτάνει στο κορυφαίο επίπεδο, με συμμετοχές σε 2 All Star Game, 4 δαχτυλίδια πρωταθλητή, έχοντας κομβικό ρόλο στην «καλοκουρδισμένη» μηχανή του Γκρεγκ Πόποβιτς (αποτελεί τον κορυφαίο «κλέφτη» στην ιστορία των Σπερς), δίπλα στους Πάρκερ και Ντάνκαν.
Ακόμα και στα τελειώματα της καριέρας του αναδείχθηκε σε 6ο παίκτη της σεζόν του ΝΒΑ και έδινε σταθερά σπουδαίες παραστάσεις με την εθνική του ομάδα, μέχρι τα… βαθιά μπασκετικά γεράματα. Σε πολλές περιπτώσεις μάλιστα «πλήγωσε» την Εθνική μας Ομάδα, όπως στον προημιτελικό του 2004 στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας που οδήγησε τελικά την Αργεντινή στο χρυσό μετάλλιο (ο μόνος στην ιστορία με κατακτήσεις Euroleague, ΝΒΑ και Ολυμπιακών Αγώνων) αλλά και στο Πεκίνο το 2008, μην αφήνοντας την «χρυσή γενιά» του ελληνικού μπάσκετ να φτάσει κοντά σε ένα Ολυμπιακό μετάλλιο.
Το κάπως «ράθυμο» και αργό του στυλ παιχνιδιού αλλά και το ότι έπαιζε μέχρι μεγάλη ηλικία, έκανε πολλούς να τον υποτιμήσουν, ειδικά στη χώρα μας, που υπήρξε τρόπον τινά, δήμιος της Εθνικής μα. Η «καφενειακού» επιπέδου ατάκα που συνόδευσε για κάποιο διάστημα το όνομά του, ήταν: «σουτάρει ή τα βάζει με τη μαγκούρα». Όμως ακόμα και όσοι τα έλεγαν αυτά κατά βάθος ήξεραν ότι ένας… μπασκετικός Μαραντόνα, αν η μοίρα τα είχε φέρει διαφορετικά και είχε «πατήσει το πόδι του» στη χώρα μας, θα ήταν αυτό που οι Αμερικάνοι ονομάζουν «needle mover» της ερυθρόλευκης ιστορίας…