Στο παρελθόν είχε δηλώσει πως «
Δεν είμαι υπηρεσιακός. Με αυτόν τον ρόλο τα media και οι παίκτες σε βλέπουν απλώς ως τον "προπονητή για τέσσερις μήνες", σαν έναν πολιτικό προς αποχώρηση». Να που έγινε, με τον ορίζοντα πάντα του ιθύνοντα νου πίσω από την αγωνιστική στρατηγική των Κόκκινων Διαβόλων. Συμπτωματικά, η πιο σημαντική στιγμή του ως προπονητής του κορυφαίου επιπέδου, σημειώθηκε με την ταμπέλα του «υπηρεσιακού»! Και μάλιστα, με αντίπαλο τη
Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ! Τον Μάρτιο του 2011 διαδέχθηκε τον
Φέλιξ Μάγκατ στη
Σάλκε και μέσα σε λίγες εβδομάδες έγινε ο πρώτος προπονητής στην ιστορία της που την οδηγεί σε ημιτελικά
Champions League, μετά το αλησμόνητο συνολικό σκορ 7-3 με το οποίο προκρίθηκε επί της υπερασπιζόμενης τροπαιούχου,
Ίντερ. Η
Γιουνάιτεντ έβαλε «φρένο» στην πορεία των
Βασιλικών Μπλε, όμως, ο
Ράνκνικ μονιμοποιήθηκε, μέχρι να αποχωρήσει οικειοθελώς τον Σεπτέμβρη του ίδιου έτους λόγω... burnout, επικαλούμενος δηλαδή χρόνια κόπωση και την ανάγκη για time-out.
Τα μεγαλύτερα παράσημα του
Ραλφ Ράνγκνικ που κουβαλά μαζί του στον δρόμο προς το Νησί και στον πάγκο της
Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, δεν είναι υλικά. Δεν είναι τρόπαια ή βραβεία. Θα μπορούσε να πει κάποιος ότι είναι δύο έτεροι managers της
Premier League. Ο
Τόμας Τούχελ και ο
Γιούργκεν Κλοπ. Και τους δύο τους βοήθησε, με διαφορετικό αλλά καθοριστικό τρόπο. Τον πρώτο τον έβαλε στον κόσμο της προπονητικής, όταν ήταν απλά ένας βετεράνος παίκτης που δούλευε για τα προς το ζην σε μπαρ της
Στουτγκάρδης. Το 1998, ο τότε τεχνικός της
Ουλμ,
Ράνγκνικ έπεισε τον 26χρονο
Τούχελ που θα αποσυρόταν πρόωρα από τα γήπεδα λόγω τραυματισμού, να πιάσει άμεσα δουλειά στην Κ-15 του συλλόγου. Δύο χρόνια αργότερα, τον πήρε μαζί του στη Στουτγκάρδη, για την πρώτη επίσημη δουλειά ως προπονητής στο βιογραφικό του. Μετά από 21 χρόνια, ο
Τούχελ είναι ο τρέχων πρωταθλητής Ευρώπης με την
Τσέλσι και στοχεύει στην κατάκτηση της
Premier League.
Όσο για τον
Κλοπ, μπορεί να μην τον έσπρωξε στους πάγκους, αλλά μία συνάντησή τους έμελλε να αποδειχθεί καρμική για το ποδόσφαιρο με το οποίο ο προπονητής από τον Μέλανα Δρυμό οδήγησε τη
Λίβερπουλ στο πρώτο πρωτάθλημα μετά από 30 χρόνια. Την πρώτη σεζόν της
Χόφενχαϊμ στη
Bundesliga το 2008 όταν και τερμάτισε 7η, ο
Ράνγκνικ είχε κατατροπώσει τη
Ντόρτμουντ του Κλοπ με 4-1. Παίζοντας ακριβώς όπως ονειρευόταν ο «Κλόπο», ο οποίος αφομοίωσε όλα τα απαραίτητα στοιχεία και σταδιακά τα ενέταξε στους
Βεστφαλούς, μεταμορφώνοντάς τους τα επόμενα χρόνια σε πρωταθλητές. Σε δεύτερο επίπεδο, ο
Ράνγκνικ ευεργέτησε τον τεχνικό των Reds και μέσω... τρίτων. Αρκεί να καταλάβει κανείς ότι την τελευταία του χρονιά στη Χόφενχαϊμ έφερε τον
Ρομπέρτο Φιρμίνο στην Ευρώπη και ήταν εκείνος που επί των ημερών του στη Red Bull, ο
Σαντιό Μανέ ξεκίνησε το ταξίδι της αναρρίχησης μέχρι τη
Λίβερπουλ από τη
Ζάλτσμπουργκ.
Τα τρία C's, οι απαράβατοι όροι για το αύριο της Γιουνάιτεντ
- C, όπως «concept», δηλαδή ταυτότητα.
Το DNA του κλαμπ, η ταυτότητα που κανείς δεν μπορούσε να διακρίνει στο παιχνίδι της Γιουνάιτεντ επί
Όλε Γκούναρ Σόλσκιερ. Ήθελε να παίζει παθητικά περιμένοντας τον αντίπαλο; Με αντεπιθέσεις, με επιθετικό pressing, με στόχευση στους ακραίους μπακ; Κανείς δεν ήξερε, ή δεν μπορούσε να προβλέψει με βεβαιότητα. Ο
Πεπ Γκουαρδιόλα είχε συνοψίσει αυτό το θολό τοπίο στο πλάνο της
Γιουνάιτεντ πριν από το μεταξύ τους ντέρμπι, όταν σύμφωνα με τον
Κέβιν Ντε Μπρόινε, διέλυσε την τακτική ανάλυση μετά από 10 λεπτά λέγοντας «δεν ξέρουμε πώς πρόκειται να παίξουν». Πλέον, αυτό θα αποτελέσει άμεσα παρελθόν. Ο
Ράνγκνικ θα «ζήσει» ή θα «πεθάνει» με μια αποκρυσταλλωμένη ιδέα για την ομάδα στο χορτάρι. Η αρχή θα γίνει τους έξι μήνες που θα αναλάβει ως υπηρεσιακός, μα η διαδικασία δεν θα σταματήσει όσο θα βρίσκεται σε ρόλο συμβουλάτορα.
- C, όπως «competence», δηλαδή ικανότητα.
Ο Ράνγκνικ ανακατεύει διαρκώς την τράπουλα των συνεργατών του και των μελών του σταφ, επιδιώκοντας την πρόοδο, την αναβάθμιση. Πρωτίστως και πάντοτε, την επάρκεια ικανοτήτων σε κάθε πόστο. Τίποτα λιγότερο, τίποτα περισσότερο. Δημιουργεί διαρκώς κίνητρα στους συνεργάτες του, τους προκαλεί να ξεπεράσουν τα όρια τους, δεν υπάρχει εφησυχασμός, υπάρχει πάντοτε το καλύτερο.
- C, όπως «capital», δηλαδή κεφάλαιο.
Η φιλοσοφία του
Ράνγκνικ είναι αλληλένδετη με το μπάτζετ. Όχι στο επίπεδο συμβολαίων και δαπανών για «αστρονομικές» μεταγραφές. Αλλά για τους πόρους που απαιτούν οι επενδύσεις του. Η
Γιουνάιτεντ αν μη τι άλλο έχει αποδείξει τα τελευταία χρόνια πως έχει την οικονομική δυνατότητα. Το θέμα είναι να λάβει ο
Ράνγκνικ τη «λευκή επιταγή» από τους
Γκλέιζερς και να εισακούγονται οι εισηγήσεις του, ώστε να εκπληρωθεί το τρίτο C, το οποίο ουδόλλως υποκαθιστά τις λέξεις «ταυτότητα» και «ικανότητα». Το πιο σωστό είναι ότι χωρίς αυτές, το κεφάλαιο είναι μάλλον ανίσχυρο να φέρει την αλλαγή. Τι πιο αντιπροσωπευτικό, άλλωστε, από τη Γιουνάιτεντ της μετά
Σερ-Άλεξ εποχής.
«
Από τότε που έφυγε ο Σερ Άλεξ, η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ υπολειτουργεί. Δεν έχουν κατακτήσει το πρωτάθλημα έκτοτε. Σε οποιονδήποτε σύλλογο, αν δεν μπορείς να πάρεις τους σωστούς παίκτες, πρέπει τουλάχιστον να μην παίρνεις τους λάθος.
Βρίσκεσαι σε μπελάδες αν το κάνεις αυτό για ένα, δύο ή τρία σερί μεταγραφικά παράθυρα. Το χτίσιμο ενός συλλόγου βασίζεται στο χτίσιμο της σωστής ομάδας πουλώντας τους κατάλληλους παίκτες και έχοντας τουλάχιστον 50% επιτυχία στους παίκτες που αποκτάς.
Από εκεί και πέρα πρέπει να διαθέτεις τους καλύτερους δυνατούς προπονητές για να εξελίξεις αυτούς τους παίκτες. Υπάρχει πολύς χώρος για όραμα στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ», είχε δηλώσει πριν από μερικά χρόνια για τη νυν ομάδα του.
Αν υπάρχει πιθανότητα επιστροφής της Γιουνάιτεντ στις επιτυχίες και την ομαλή ποδοσφαιρική λειτουργία υπό τον Ραλφ Ράνγκνικ, οι έννοιες που αναπαριστούν τα 3 C's θα πρέπει να γίνουν το mantra των Κόκκινων Διαβόλων. Ο Ραλφ Ράνγκνικ είναι με βεβαιότητα η πιο λογική και ποδοσφαιρική επιλογή της διοίκησης την τελευταία εννιαετία, μα θα πρέπει να υποστηριχθεί κατάλληλα. Όλως τυχαίως, η διετία από διαφορετικό πόστο ήταν κάτι που πίεσε για να συμβεί ο Εντ Γούντγουορντ, στην πιο σημαντική απόφασή του έστω και στο 90' της θητείας του (αποχωρεί το καλοκαίρι). Το μόνο σίγουρο είναι ότι η Γιουνάιτεντ δεν χρειάζεται πια να ζηλεύει το ποδόσφαιρο της Λίβερπουλ ή της Τσέλσι. Διότι διαθέτει πια στο τιμόνι της τον πραγματικό εμπνευστή του.
Πηγή: www.gazzetta.gr