Ο Γκάλης, που δεν έβγαινε από το παρκέ ούτε όταν είχε 4 φάουλ, παρά μόνο όταν εκείνος το αποφάσιζε ή ο τραυματισμός που είχε υποστεί δεν του επέτρεπε να συνεχίσει στο παιχνίδι. Κάπως έτσι η απουσία του από την αρχική πεντάδα του Παναθηναϊκού «πάγωσε» τους πάντες.
Ο Νικ αποχώρησε από το παιχνίδι του των «πράσινων» κόντρα στους Αμπελόκηπους στο ημίχρονο της αναμέτρησης και έκτοτε δεν εμφανίστηκε ποτέ ξανά στα παρκέ με την αθλητική του περιβολή.
Μάλιστα ο αστικός μύθος ήθελε τον Γκάλη να πηγαίνει με ταξί στο σπίτι του από το κλειστό του ΜΕΤΣ, με την αλήθεια να είναι διαφορετική, αφού τον... 13ο Έλληνα «Θεό» μετέφερε στην οικεία του ο Μάνος Παπαδόπουλος.
Ακολούθησε σχεδόν έναν χρόνο μετά (29 Σεπτεμβρίου του 1995) η επιστολή με την οποία γνωστοποίησε αυτό που όλοι φοβόντουσαν...
«Κάποτε θα γινόταν κι αυτό. Στη ζωή, όλα έχουν μία αρχή κι ένα τέλος. Πολλές φορές εξαρτάται από μας, πολλές φορές όχι. Ήθελα να σταματήσω αυτό που τόσο αγάπησα κι αγαπώ μέσα στο γήπεδο γιατί πιστεύω ότι ξέρω να παίρνω τις αποφάσεις μου τότε που πρέπει. Αυτή μου η επιθυμία θεωρήθηκε από πολλούς αδυναμία.
Ποτέ δεν έχω παρακαλέσει άνθρωπο και ποτέ δε ζήτησα χάρη από κανέναν. Μέχρι και σήμερα έκανα υπομονή περιμένοντας μία κίνηση. Είμαι εγωιστής αλλά δεν είναι εγωιστικό να πιστεύω μέχρι κι αυτή τη στιγμή ότι είμαι ελεύθερος και ότι δεν ανήκω σε κανέναν. Γιατί έχω λόγο και τιμή.
Φεύγω από το άθλημα που αγάπησα πικραμένος. Με μόνη ικανοποίηση ότι ακόμα και σήμερα πολλοί πιστεύουν ότι μπορώ να αλλάζω τις ισορροπίες. Ευχαριστώ όλους τους ανώνυμους φιλάθλους για την αγαπη που μου έδειξαν. Ζητώ συγγνώμη αν κάποιους πίκρανα. Τη ζωή πρέπει να την παίρνουμε όπως έρχεται αν θέλουμε να είμαστε ευτυχισμένοι.
Εύχομαι καλή επιτυχία σε όλες τις ομάδες του πρωταθλήματος που αρχίζει αύριο κάνοντας μια ευχή: Να μη ξεχνάμε όλοι ότι το μπάσκετ είναι παιχνίδι και ότι υπάρχουν νικητές και ηττημένοι».
Ο Γκάλης που έβαλε το μπάσκετ σε κάθε ελληνικό σπίτι, πλέον θα βρισκόταν στο δικό του, έχοντας αποτραβηχτεί από κάθε ενασχόληση με την πορτοκαλί θεά. Ο Θεός παράτησε την θεά...
Τι την έκανε την μπάλα ο Θεός...
Ο Νίκος Γκάλης γεννήθηκε στις 23 Ιουλίου του 1957 στο Νιου Τζέρσει των Η.Π.Α., με καταγωγή την Ρόδο. Παιδί Ελλήνων μεταναστών, γοητεύτηκε αρχικά από την πυγμαχία αλλά τελικά τον κέρδισε το μπάσκετ. Και ήταν η σοφότερη επιλογή του, μέχρι την επόμενη…
Στις Η.Π.Α. έκανε αίσθηση στο NCAA με το Σίτον Χολ, όταν κατάφερε την περίοδο 1978-79 να αναδειχθεί τρίτος σκόρερ με 27.5 πόντους, πίσω από τον μετέπειτα θρύλο του ΝΒΑ και των Σέλτικς, Λάρι Μπερντ. Παρά την εξαιρετική του παρουσία στο Σίτον Χολ βρέθηκε αρκετά χαμηλά στα ντραφτ και στον τρίτο γύρο (Νο68).
Τα κατορθώματα του γίνονται γνωστά στην Ελλάδα με τον Παναθηναϊκό και τον Ολυμπιακό να μάχονται για να τον αποκτήσουν. Αλλά τελικά ο Άρης είναι αυτός που θα κερδίσει την υπογραφή του, χάρη στον αείμνηστο Νίκο Τσιλιγγαρίδη ο οποίος κατάφερε να πείσει κυρίως την μητέρα του Στέλλα και μετά τον ίδιο τον Νίκο Γκάλη ώστε να τον φέρει στην Ελλάδα και στους «κίτρινους».
Από εκεί και μετά όλα είναι… ιστορία. Ο «Γκάνγκστερ», μετέτρεψε τον Άρη σε απόλυτο κυρίαρχο του ελληνικού μπάσκετ, οδηγώντας τον σε οχτώ πρωταθλήματα (1983, 1985, 1986, 1987, 1988, 1989, 1990, 1991) και έξι Κύπελλα Ελλάδος (1985, 1986, 1987, 1988, 1989, 1990, 1992), κατακτώντας πέντε συνεχόμενες χρονιά το νταμπλ (από το 1985 ως το 1990).
Το καλοκαίρι του 1992 αποχωρεί από τον Άρη και πηγαίνει στον Παναθηναϊκό τον οποίο οδηγεί στην κατάκτηση ενός τροπαίου μετά από επτά χρόνια. Ήταν το Κύπελλο Ελλάδος όπου στον τελικό του ΣΕΦ, ο Παναθηναϊκός αντιμετώπισε τον Άρη.
Συμμετείχε επίσης σε τέσσερα Final Four του Κυπέλλου Πρωταθλητριών, τρία με τον Άρη (1988, 1989, 1990) και έναν με τον Παναθηναϊκό (1994).
Με την Εθνική ομάδα κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο το 1987 όπου αναδείχθηκε και MVP της διοργάνωσης αλλά και την δεύτερη θέση το 1989.
Αναδείχθηκε MVP του ελληνικού πρωταθλήματος πέντε φορές (1998, 1989, 1990, 1991, 1992) ενώ κατέκτησε τον τίτλο του πρώτου σκόρερ του ελληνικού πρωταθλήματος συνολικά 11 φορές, δύο φορές ήταν πρώτος σκόρερ στο Κύπελλο Πρωταθλητριών (1992, 1994) και τέσσερις φορές πρώτος σκόρερ σε Ευρωμπάσκετ (1983, 1987, 1989, 1991).
Επίσης ήταν πρώτος σκόρερ και στην μοναδική του συμμετοχή με την Εθνική ομάδα σε Mundobasket το 1986 στην Ισπανία.
Σε 385 αγώνες στη μεγάλη κατηγορία με τον Άρη και τον Παναθηναϊκό σημείωσε 12.714 πόντους (33,0 κατά μέσο όρο) και είναι ο πρώτος σκόρερ όλων των εποχών.
Αγωνίσθηκε 168 φορές με την Εθνική Ελλάδας, 5.129 πόντους, με μέσο όρο πόντων 30,46. Συνολικά στην καριέρα του έπαιξε σε 863 επίσημα παιγνίδια και σημείωσε 26.275 πόντους, 30.4 κατά μέσο όρο.
Στις 7 Μαίου 2013 η ΚΑΕ Άρης διοργάνωσε μία εκδήλωση προς τιμήν του όπου το «παρών» έδωσαν θρύλοι του παγκοσμίου μπάσκετ ενώ η φανέλα με το Νο.6 κοσμεί την οροφή του «Nick Galis Hall» όπως ονομάζεται πλέον η σάλα του Αλεξάνδρειου Μελάθρου. Στις 14 Ιουνίου 2016, το ΟΑΚΑ μετονομάστηκε σε «Νίκος Γκάλης».
Από το 2013 ήταν υποψήφιος για το Hall Of Fame στο οποίο τελικά εντάχθηκε το 2017, στην μεγαλύτερη ίσως στιγμή της καριέρας του, όντας ο πρώτος Έλληνας που γίνεται μέλος.
Το 2004 μετέφερε την Ολυμπιακή Φλόγα ως πρώτος λαμπαδηδρόμος μέσα στο Ολυμπιακό Στάδιο για την τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας.